Τρίτη 3 Ιανουαρίου 2023

Παρασκευή 9 Δεκεμβρίου 2022

Καλα Χριστουγεννα σε ολο τον κοσμο. Βαλτε λιγη αγαπη στην καρδια σας.


  

                                                              Η ΣΤΑΧΟΜΑΖΩΧΤΡΑ 

                                                           Αλεξανδρου Παπαδιαμαντη

Μεγάλην ἐξέφρασεν ἔκπληξιν ἡ γειτόνισσα τὸ Ζερμπινιώ, ἰδοῦσα τῇ ἡμέρᾳ τῶν Χριστουγέννων τοῦ ἔτους 187… τὴν θεια-Ἀχτίτσα φοροῦσαν καινουργῆ μανδήλαν, καὶ τὸν Γέρο καὶ τὴν Πατρώνα μὲ καθαρὰ ὑποκαμισάκια καὶ μὲ νέα πέδιλα.
Τοῦτο δὲ διότι ἦτο γνωστότατον ὅτι ἡ θεια-Ἀχτίτσα εἶχεν ἰδεῖ τὴν προῖκα τῆς κόρης της πωλουμένην ἐπὶ δημοπρασίας πρὸς πληρωμὴν τῶν χρεῶν ἀναξίου γαμβροῦ, διότι ἦτο ἔρημος καὶ χήρα καὶ διότι ἀνέτρεφε τὰ δύο ὀρφανὰ ἔγγονά της μετερχομένη ποικίλα ἐπαγγέλματα. Ἦτο (ἂς εἶναι μοναχή της!) ἀπ᾽ ἐκείνας ποὺ δὲν ἔχουν στὸν ἥλιο μοῖρα. Ἡ γειτόνισσα τὸ Ζερμπινιὼ ᾤκτειρε τὰς στερήσεις τῆς γραίας καὶ τῶν δύο ὀρφανῶν, ἀλλὰ μήπως ἦτο καὶ αὐτὴ πλουσία, διὰ νὰ ἔλθῃ αὐτοῖς ἀρωγὸς καὶ παρήγορος;
Εὐτυχὴς ὁ μακαρίτης, ὁ μπαρμπα-Μιχαλιός, ὅστις προηγήθη εἰς τὸν τάφον τῆς συμβίας Ἀχτίτσας, χωρὶς νὰ ἴδῃ τὰ δεινὰ τὰ ἐπικείμενα αὐτῇ μετὰ τὸν θάνατόν του. Ἦτο καλῆς ψυχῆς, ἂς εἶχε ζωή! ὁ συχωρεμένος. Τὰ δύο παιδιά, «τὰ ἀδιαφόρετα*», ὁ Γεώργης καὶ ὁ Βασίλης, ἐπνίγησαν βυθισθείσης τῆς βρατσέρας των τὸν χειμῶνα τοῦ ἔτους 186… Ἡ βρατσέρα ἐκείνη ἀπωλέσθη αὔτανδρος, τί φρίκη, τί καημός! Τέτοια τρομάρα καμμιᾶς καλῆς χριστιανῆς νὰ μὴν τῆς μέλλῃ.
Ὁ τρίτος ὁ γυιός της, ὁ σουρτούκης, τὸ χαμένο κορμί, ἐξενιτεύθη, καὶ εὑρίσκετο, ἔλεγαν, εἰς τὴν Ἀμερικήν. Πέτρα ἔρριξε πίσω του. Μήπως τὸν εἶδε; Μήπως τὸν ἤκουσεν; Ἄλλοι πάλιν πατριῶτες εἶπαν ὅτι ἐνυμφεύθη εἰς ἐκεῖνα τὰ χώματα, κ᾽ ἐπῆρε, λέει, μιὰ φράγκα. Μιὰ ᾽γγλεζοπούλα, ἕνα ξωθικό, ποὺ δὲν ἤξευρε νὰ μιλήσῃ ρωμέικα. Μὴ χειρότερα! Τί νὰ πῇ κανείς, ἠμπορεῖ νὰ καταρασθῇ τὸ παιδί του, τὰ σωθικά του, τὰ σπλάγχνα του;
Ἡ κόρη της ἀπέθανεν εἰς τὸν δεύτερον τοκετόν, ἀφεῖσα αὐτῇ τὰ δύο ὀρφανὰ κληρονομίαν. Ὁ πατεριασμένος* τους ἐζοῦσε ἀκόμα (ποὺ νὰ φτάσουν τὰ μαντᾶτα του, ὥρα τὴν ὥρα!), μὰ τί νοικοκύρης, τὸ πρόκοψε ἀλήθεια! Χαρτοπαίκτης, μέθυσος καὶ 〈μὲ〉 ἄλλας ἀρετὰς ἀκόμη. Εἶπαν πὼς ξαναπαντρεύτηκε ἀλλοῦ, διὰ νὰ πάρῃ καὶ ἄλλον κόσμον εἰς τὸν λαιμόν του, ὁ ἀσυνείδητος! Τέτοιοι ἄντρες!… Ἔκαμε δὰ κι αὐτὴ ἕνα γαμπρό, μὰ γαμπρὸ (τὸ λαμπρό* τ᾽ νὰ βγῇ!).
Τί νὰ κάμῃ, ἔβαλε τὰ δυνατά της, κ᾽ ἐπροσπαθοῦσε ὅπως-ὅπως νὰ ζήσῃ τὰ δύο ὀρφανά. Τί ἀξιολύπητα, τὰ καημένα! Κατὰ τὰς διαφόρους ὥρας τοῦ ἔτους, ἐβοτάνιζε, ἀργολογοῦσε*, ἐμάζωνε ἐλιές, ἐξενοδούλευε. Ἐμάζωνε κούμαρα καὶ τὰ ἔβγαζε ρακί. Μερικὰ στέμφυλα ἀπ᾽ ἐδῶ, καμπόσα βότσια ἀραβοσίτου ἀπ᾽ ἐκεῖ, ὅλα τὰ ἐχρησιμοποίει. Εἶτα κατὰ Ὀκτώβριον, ἅμα ἤνοιγαν τὰ ἐλαιοτριβεῖα, ἔπαιρνεν ἕνα εἶδος πῆχυν, ἓν πενηντάρι ἐκ λευκοσιδήρου, μίαν στάμναν μικράν, κ᾽ ἐγύριζεν εἰς τὰ ποτόκια*, ὅπου κατεστάλαζαν αἱ ὑποστάθμαι τοῦ ἐλαίου, κ᾽ ἐμάζωνε τὴν μούργα. Διὰ τῆς μεθόδου ταύτης ᾠκονόμει ὅλον τὸ ἐνιαύσιον ἔλαιον τοῦ λυχναρίου της.
Ἀλλὰ τὸ πρώτιστον εἰσόδημα τῆς θεια-Ἀχτίτσας προήρχετο ἐκ τοῦ σταχομαζώματος. Τὸν Ἰούνιον κατ᾽ ἔτος ἐπεβιβάζετο εἰς πλοῖον, ἔπλεεν ὑπερπόντιος καὶ διεπεραιοῦτο εἰς Εὔβοιαν. Περιεφρόνησε τὸ ὀνειδιστικὸν ἐπίθετον τῆς «καραβωμένης», ὅπερ ἐσφενδόνιζον ἄλλα γύναια κατ᾽ αὐτῆς, διότι ὄνειδος ἀκόμη ἐθεωρεῖτο τὸ νὰ πλέῃ γυνὴ εἰς τὰ πελάγη. Ἐκεῖ, μετ᾽ ἄλλων πτωχῶν γυναικῶν, ἠσχολεῖτο συλλέγουσα τοὺς ἀστάχυς, τοὺς πίπτοντας ἀπὸ τῶν δραγμάτων τῶν θεριστῶν, ἀπὸ τῶν φορτωμάτων καὶ κάρρων. Κατ᾽ ἔτος, οἱ χωρικοὶ τῆς Εὐβοίας καὶ τὰ χωριατόπουλα ἔρριπτον κατὰ πρόσωπον αὐτῶν τὸ σκῶμμα: «Νά! οἱ φ᾽στάνες! μᾶς ἦρθαν πάλιν οἱ φ᾽στάνες*!» Ἀλλ᾽ αὕτη ἔκυπτεν ὑπομονητική, σιωπηλή, συνέλεγε τὰ ψιχία ἐκεῖνα τῆς πλουσίας συγκομιδῆς τοῦ τόπου, ἀπήρτιζε τρεῖς ἢ τέσσαρας σάκκους, ὁλόκληρον ἐνιαυσίαν ἐσοδείαν δι᾽ ἑαυτὴν καὶ διὰ τὰ δύο ὀρφανά, τὰ ὁποῖα εἶχεν ἐμπιστευθῆ ἐν τῷ μεταξὺ εἰς τὰς φροντίδας τῆς Ζερμπινιῶς, καὶ ἀποπλέουσα ἐπέστρεφεν εἰς τὸ παραθαλάσσιον χωρίον της.
*  *  *
Πλὴν ἐφέτος, δηλ. τὸ ἔτος ἐκεῖνο, ἀφορία εἶχε μαστίσει τὴν Εὔβοιαν. Ἀφορία εἰς τὸν ἐλαιῶνα τῆς μικρᾶς νήσου, ὅπου κατῴκει ἡ θεια-Ἀχτίτσα. Ἀφορία εἰς τὰς ἀμπέλους καὶ εἰς τοὺς ἀραβοσίτους, ἀφορία σχεδὸν καὶ εἰς αὐτὰ τὰ κούμαρα, ἀφορία πανταχοῦ.
Εἶτα, ἐπειδὴ οὐδὲν κακὸν ἔρχεται μόνον, βαρὺς χειμὼν ἐνέσκηψεν εἰς τὰ βορειότερα ἐκεῖνα μέρη. Ἀπὸ τοῦ Νοεμβρίου μηνός, χωρὶς σχεδὸν νὰ πνεύσῃ νότος καὶ νὰ πέσῃ βροχή, ἤρχισε νὰ χιονίζῃ. Μόλις ἔπαυεν εἷς νιφετὸς καὶ ἤρχιζεν ἄλλος. Ἐνίοτε ἔπνεε ξηρὸς βορρᾶς, σφίγγων ἔτι μᾶλλον τὰ χιόνια, τὰ ὁποῖα δὲν ἔλυωναν εἰς τὰ βουνά. «Ἐπερίμεναν ἄλλα».
Ἡ γραῖα μόλις εἶχε προλάβει νὰ μεταφέρῃ ἐπὶ τῶν ὤμων της ἀπὸ τῶν φαράγγων καὶ δρυμῶν ἀγκαλίδας τινὰς ξηρῶν ξύλων, ὅσαι μόλις θὰ ἤρκουν διὰ δύο ἑβδομάδας ἢ τρεῖς, καὶ βαρὺς ὁ χειμὼν ἐπέπεσε. Περὶ τὰ μέσα Δεκεμβρίου μόλις ἐπῆλθε μικρὰ διακοπή, καὶ δειλαί τινες ἀκτῖνες ἡλίου ἐπεφάνησαν ἐπιχρυσοῦσαι τὰς ὑψηλοτέρας στέγας. Ἡ θεια-Ἀχτίτσα ἔτρεξεν εἰς τὰ «ὀρμάνια» ἵνα προλάβῃ καὶ εἰσκομίσῃ καυσόξυλά τινα. Τὴν ἐπαύριον ὁ χειμὼν κατέσκηψεν ἀγριώτερος. Μέχρι τῶν Χριστουγέννων οὐδεμία ἡμέρα εὔδιος, οὐδεμία γωνία οὐρανοῦ ὁρατή, οὐδεμία ἀκτὶς ἡλίου.
Κραταιὸς καὶ βαρύπνοος βορρᾶς, «χιονιστής», ἐφύσα κατὰ τὰς παραμονὰς τῆς ἁγίας ἡμέρας. Αἱ στέγαι τῶν οἰκιῶν ἦσαν κατάφορτοι ἐκ σκληρυνθείσης χιόνος. Τὰ συνήθη παίγνια τῶν ὁδῶν καὶ τὰ χιονοβολήματα ἔπαυσαν. Ὁ χειμὼν ἐκεῖνος δὲν ἦτο φιλοπαίγμων. Ἀπὸ τῶν κεράμων τῶν στεγῶν ἐκρέμαντο ὡς ὥριμοι καρποὶ σπιθαμιαῖα κρύσταλλα, τὰ ὁποῖα οἱ μάγκαι τῆς γειτονιᾶς δὲν εἶχον πλέον ὄρεξιν νὰ τρώγουν.
Τὴν ἑσπέραν τῆς 23, ὁ Γέρος εἶχεν ἔλθει ἀπὸ τὸ σχολεῖον περιχαρής, διότι ἀπὸ τῆς αὔριον ἔπαυον τὰ μαθήματα. Πρὶν ξεκρεμάσῃ τὸν «φύλακα»* ἀπὸ τῆς μασχάλης του, ὁ Γέρος πεινασμένος ἤνοιξε τὸ δουλάπι, ἀλλ᾽ οὐδὲ ψωμὸν ἄρτου εὗρεν ἐκεῖ. Ἡ γραῖα εἶχεν ἐξέλθει, ἴσως πρὸς ζήτησιν ἄρτου. Ἡ ἀτυχὴς Πατρώνα ἐκάθητο ζαρωμένη πλησίον τῆς ἑστίας, ἀλλ᾽ ἡ ἑστία ἦτο σβεστή. Ἐσκάλιζε τὴν στάκτην, νομίζουσα ἐν τῇ παιδικῇ ἀφελείᾳ της (ἦτο μόλις τετραετές, τὸ πτωχὸν κοράσιον) ὅτι ἡ ἑστία εἶχε πάντοτε τὴν ἰδιότητα νὰ θερμαίνῃ, καὶ ἂς μὴ καίῃ. Ἀλλ᾽ ἡ στάκτη ἦτο ὑγρά. Σταλαγμοὶ ὕδατος, ἐκ χιόνος τακείσης ἴσως διά τινος λαθραίας καὶ παροδικῆς ἀκτῖνος ἡλίου, εἶχον ρεύσει διὰ τῆς καπνοδόχου. Ὁ Γέρος, ὅστις ἦτο ἑπταέτης μόλις, ἔτοιμος νὰ κλαύσῃ διότι δὲν εὕρισκε ψιχίον τι πρὸς κορεσμὸν τῆς πείνης του, ἤνοιξε τὸ μόνον παράθυρον, ἔχον τριῶν σπιθαμῶν μῆκος. Ὁ οἰκίσκος ὅλος, χθαμαλός, ἡμιφάτνωτος μὲ εἶδος σοφᾶ*, εἶχεν ὕψος δύο ἴσως ὀργυιῶν ἀπὸ τοῦ ἐδάφους μέχρι τῆς ὀροφῆς.
Ὁ Γέρος ἀνεβίβασε σκαμνίον τι ἐπὶ τοῦ λιθίνου ἐρείσματος τοῦ παραθύρου, ἀνέβη ἐπὶ τοῦ σκαμνίου, ἐστηρίχθη διὰ τῆς ἀριστερᾶς ἐπὶ τοῦ παραθυροφύλλου, ἀνοικτοῦ, ἐστηλώθη μετὰ τόλμης πρὸς τὴν ὀροφήν, ἀνέτεινε τὴν δεξιάν, καὶ ἀπέσπασεν ἓν κρύσταλλον, ἐκ τῶν κοσμούντων τοὺς «σταλαμοὺς»* τῆς στέγης. Ἤρχισε νὰ τὸ ἐκμυζᾷ βραδέως καὶ ἡδονικῶς, καὶ ἔδιδε καὶ εἰς τὴν Πατρώνα νὰ φάγῃ. Ἐπείνων τὰ κακόμοιρα.
*  *  *
Ἡ γραῖα Ἀχτίτσα ἐπανῆλθε μετ᾽ ὀλίγον φέρουσα πρᾶγμά τι τυλιγμένον εἰς τὸν κόλπον της. Ὁ Γέρος, ὅστις ἐγνώριζεν ἐκ τῆς παιδικῆς του πείρας ὅτι ποτὲ ἄνευ αἰτίας δὲν ἐφούσκωναν οἱ κόλποι τῆς μάμμης του, ἀναπηδήσας ἔτρεξεν εἰς τὸ στῆθός της, ἐνέβαλε τὴν χεῖρα καὶ ἀφῆκε κραυγὴν χαρᾶς. Τεμάχιον ἄρτου εἶχεν «οἰκονομήσει» καὶ τὴν ἑσπέραν ἐκείνην ἡ καλή, καίτοι ὀλίγον τι αὐστηρὰ μάμμη, τίς οἶδεν ἀντὶ ποίων ἐξευτελισμῶν καὶ διὰ πόσων ἐκλιπαρήσεων!
Καὶ τί δὲν ἤθελεν ὑποστῆ, πρὸ ποίας θυσίας ἠδύνατο νὰ ὀπισθοδρομήσῃ, διὰ τὴν ἀγάπην τῶν δύο τούτων παιδίων, τὰ ὁποῖα ἦσαν δὶς παιδία δι᾽ αὐτήν, καθόσον ἦσαν τὰ τέκνα τοῦ τέκνου της! Ἐν τούτοις δὲν ἤθελε νὰ δεικνύῃ αὐτοῖς μεγάλην ἀδυναμίαν, καὶ «ἥμερο μάτι δὲν τοὺς ἔδιδε». Ἐκάλει τὸν ἄρρενα «Γέρον», διότι εἶχε τὸ ὄνομα τοῦ ἀληθοῦς Γέρου της, τοῦ μακαρίτου μπαρμπα-Μιχαλιοῦ, τοῦ ὁποίου τὸ ὄνομα τῆς ἐπόνει ν᾽ ἀκούσῃ ἢ νὰ προφέρῃ. Τὸ ταλαίπωρον τὸ θῆλυ τὸ ἐκάλει Πατρώνα θωπευτικῶς, καὶ ὀλίγον «σὰν ἀρχοντοξεπεσμένη ποὺ ἦτον», μὴ ἀνεχομένη ν᾽ ἀκούῃ τὸ Ἀργυρώ, τὸ ὄνομα τῆς κόρης της, ὅπερ ἐδόθη ὡς κληρονομία εἰς τὸ ὀρφανόν, λεχοῦς θανούσης ἐκείνης. Πλὴν τοῦ ὑποκορισμοῦ τούτου, οὐδεμίαν ἄλλην ἐπιδεικτικὴν τρυφερότητα ἀπένεμεν εἰς τὰ δύο πτωχὰ πλάσματα, ἀλλὰ μᾶλλον πρακτικὴν ἀγάπην καὶ προστασίαν.
Ἡ ταλαίπωρος γραῖα ἔστρωσε διὰ τὰ δύο ὀρφανά, ἵνα κοιμηθῶσιν, ἀνεκλίθη καὶ αὐτὴ πλησίον των, τοῖς εἶπε νὰ φυσήσουν ὑποκάτωθεν τοῦ σκεπάσματός των διὰ νὰ ζεσταθοῦν, τοῖς ὑπεσχέθη ψευδομένη, ἀλλ᾽ ἐλπίζουσα νὰ ἐπαληθεύσῃ, ὅτι αὔριον ο Χριστὸς θὰ φέρῃ ξύλα καὶ ψωμὶ καὶ μίαν χύτραν κοχλάζουσαν ἐπὶ τοῦ πυρός, καὶ ἔμεινεν ἄυπνος πέραν τοῦ μεσονυκτίου, ἀναλογιζομένη τὴν πικρὰν τύχην της.
*  *  *
Τὸ πρωί, μετὰ τὴν λειτουργίαν (ἦτο ἡ παραμονὴ τῶν Χριστουγέννων) ὁ παπα-Δημήτρης, ὁ ἐνορίτης της, ἐπαρουσιάσθη αἴφνης εἰς τὴν θύραν τοῦ πενιχροῦ οἰκίσκου:
―  Καλῶς τὰ ᾽δέχθης, τῆς εἶπε μειδιῶν.
«Καλῶς τὰ ᾽δέχθη» αὐτή! Καὶ ἀπὸ ποῖον ἐπερίμενε τίποτε;
―Ἔλαβα ἕνα γράμμα διὰ σέ, Ἀχτίτσα, προσέθηκεν ὁ γέρων ἱερεύς, τινάσσων τὴν χιόνα ἀπὸ τὸ ράσον καὶ τὸ σάλι του.
―Ὁρίστε, δέσποτα! Καὶ μακάρι ἔχω τὴ φωτιά, ἐψιθύρισε πρὸς ἑαυτήν, ἢ τὸ γλυκὸ καὶ τὸ ρακὶ νὰ τὸν φιλέψω;
Ο ἱερεὺς ἀνέβη τὴν τετράβαθμον κλίμακα καὶ ἐλθὼν ἐκάθισεν ἐπὶ τοῦ σκαμνίου. Ἠρεύνησε δὲ εἰς τὸν κόλπον του καὶ ἐξήγαγε μέγαν φάκελον μὲ πολλὰς καὶ ποικίλας σφραγῖδας καὶ γραμματόσημα.
―  Γράμμα, εἶπες, παπά; ἐπανέλαβεν ἡ Ἀχτίτσα, μόλις τότε ἀρχίσασα νὰ ἐννοῇ τί τῆς ἔλεγεν ὁ ἱερεύς.
Ὁ φάκελος, ὃν εἶχεν ἐξαγάγει ἐκ τοῦ κόλπου του, ἐφαίνετο ἀνοικτὸς ἀπὸ τὸ ἓν μέρος.
― Ἀπόψε ἔφθασε τὸ βαπόρι, ἐπανέλαβεν ὁ ἐφημέριος, ἐμένα μοῦ τὸ ἔφεραν τώρα, μόλις ἐβγῆκα ἀπὸ τὴν ἐκκλησίαν.
Καὶ ἐνθεὶς τὴν χεῖρα ἔσω τοῦ φακέλου ἐξήγαγε διπλωμένον χαρτίον.
―  Τὸ γράμμα εἶναι πρὸς ἐμέ, προσέθηκεν, ἀλλὰ σὲ ἀποβλέπει.
―Ἐμένα; ἐμένα; ἐπανελάμβανεν ἔκπληκτος ἡ γραῖα.
Ὁ παπα-Δημήτρης ἐξεδίπλωσε τὸ χαρτίον.
―  Εἶδεν ὁ Θεὸς τὸν πόνον σου καὶ σοῦ στέλλει μικρὰν βοήθειαν, εἶπεν ὁ ἀγαθὸς ἱερεύς. Ὁ γυιός σου σοῦ γράφει ἀπὸ τὴν Ἀμερικήν.
― Ἀπ᾽ τὴν Ἀμέρικα; Ὁ Γιάννης! Ὁ Γιάννης μὲ θυμήθηκεν; ἀνέκραξεν περιχαρής, ποιοῦσα τὸ σημεῖον τοῦ Σταυροῦ ἡ γραῖα.
Καὶ εἶτα προσέθηκε:
―  Δόξα σοι, ὁ Θεός!
Ὁ ἱερεὺς ἔβαλε τὰ γυαλιά του καὶ ἐδοκίμασε ν᾽ ἀναγνώσῃ:
―  Εἶναι κακογραμμένα, ἐπανέλαβε, κ᾽ ἐγὼ δυσκολεύομαι νὰ διαβάζω αὐτὲς τὶς τζίφρες ποὺ ἔβγαλαν τώρα, ἀλλὰ θὰ προσπαθήσωμεν νὰ βγάλωμεν νόημα.
Καὶ ἤρχισε μετὰ δυσκολίας, καὶ σκοντάπτων συχνά, ν᾽ ἀναγινώσκῃ:
«Παπα-Δημήτρη, τὸ χέρι σου φιλῶ. Πρῶτον ἐρωτῶ διὰ τὸ αἴσιον, κτλ. κτλ. Ἐγὼ λείπω πολλὰ χρόνια καὶ δὲν ἠξεύρω αὐτοῦ τί γίνονται, οὔτε ἂν ζοῦν ἢ ἀπέθαναν. Εἶμαι εἰς μακρινὸν μέρος, πολὺ βαθιὰ εἰς τὸν Παναμᾶ, καὶ δὲν ἔχω καμμίαν συγκοινωνίαν μὲ ἄλλους πατριῶτες ποὺ εὑρίσκονται εἰς τὴν Ἀμερικήν. Πρὸ τριῶν χρόνων ἐντάμωσα τὸν (δεῖνα) καὶ τὸν (δεῖνα), ἀλλὰ καὶ αὐτοὶ ἔλειπαν χρόνους πολλούς, καὶ δὲν ἤξευραν τί γίνεται εἰς τὸ σπίτι μας.
»Ἐὰν ζῇ ὁ πατέρας ἢ ἡ μητέρα μου, εἰπέ τους νὰ μὲ συγχωρήσουν, διότι διὰ καλὸ πάντα πασχίζει ὁ ἄνθρωπος, καὶ εἰς κακὸ πολλὲς φορὲς βγαίνει. Ἐγὼ ἀρρώστησα δύο φορὲς ἀπὸ κακὲς ἀσθένειες τοῦ τόπου ἐδῶ, καὶ ἔκαμα πολὺν καιρὸν εἰς τὰ σπιτάλια. Τὰ ὅ,τι εἶχα καὶ δὲν εἶχα ἐπῆγαν εἰς τὴν ἀσθένειαν καὶ μόλις ἐγλύτωσα τὴν ζωήν μου. Εἶχα ὑπανδρευθῆ πρὸ δέκα χρόνων, κατὰ τὴν συνήθειαν τοῦ τόπου ἐδῶ, ἀλλὰ τώρα εἶμαι ἀπόχηρος, καὶ ἄλλο καλύτερον δὲν ζητῶ παρὰ τὸ νὰ πιάσω ὀλίγα χρήματα νὰ ἔλθω εἰς τὴν πατρίδα, ἂν προφθάσω τοὺς γονεῖς μου νὰ μ᾽ εὐλογήσουν. Καὶ νὰ μὴν ἔχουν παράπονο εἰς ἐμέ, διότι ἔτσι θέλει ὁ Θεός, καὶ δὲν ἠμποροῦμε ἡμεῖς νὰ πᾶμε κόντρα. Καὶ νὰ μὴ βαρυγνωμοῦν, διότι ἂν δὲν εἶναι θέλημα Θεοῦ, δὲν ἠμπορεῖ ἄνθρωπος νὰ προκόψῃ.
»Σοῦ στέλνω ἐδῶ ἐσωκλείστως ἕνα συνάλλαγμα ἐπ᾽ ὀνόματί σου, νὰ ὑπογράψῃς ἡ ἁγιωσύνη σου, καὶ νὰ φροντίσουν νὰ τὸ ἐξαργυρώσουν ὁ πατέρας ἢ ἡ μητέρα ἐὰν ζοῦν. Καὶ ἄν, ὃ μὴ γένοιτο, εἶναι ἀποθαμένοι, νὰ τὸ ἐξαργυρώσῃς ἡ ἁγιωσύνη σου, νὰ δώσῃς εἰς κανένα ἀδελφόν μου, ἐὰν εἶναι αὐτοῦ, ἢ εἰς κανὲν ἀνίψι μου καὶ εἰς ἄλλα πτωχά. Καὶ νὰ κρατήσῃς καὶ ἡ ἁγιωσύνη σου, ἐὰν οἱ γονεῖς μου εἶναι ἀποθαμένοι, ἓν μέρος τοῦ ποσοῦ αὐτοῦ διὰ τὰ σαρανταλείτουργα…»
Πολλὰ ἔλεγεν ἡ ἐπιστολὴ αὕτη καὶ ἓν σπουδαῖον παρέλειπε. Δὲν ἀνέφερε τὸ ποσὸν τῶν χρημάτων, δι᾽ ὅσα ἦτο ἡ συναλλαγματική. Ὁ παπα-Δημήτρης παρατηρήσας τὸ πρᾶγμα, ἐξέφερε τὴν εἰκασίαν, ὅτι ὁ γράψας τὴν ἐπιστολήν, λησμονήσας, νομίζων ὅτι εἶχεν ὁρίσει τὸ ποσὸν τῶν χρημάτων παραπάνω, ἐνόμισε περιττὸν νὰ τὸ ἐπαναλάβῃ παρακατιών, διὸ καὶ ἔλεγε «τοῦ ποσοῦ αὐτοῦ».
Ἐν τούτοις ἄφατος ἦτο ἡ χαρὰ τῆς Ἀχτίτσας, λαβούσης μετὰ τόσα ἔτη εἰδήσεις περὶ τοῦ υἱοῦ της. Ὡς ὑπὸ τέφραν κοιμώμενος ἀπὸ τόσων ἐτῶν, ὁ σπινθὴρ τῆς μητρικῆς στοργῆς ἀνέθορεν ἐκ τῶν σπλάγχνων εἰς τὸ πρόσωπόν της καὶ ἡ γεροντική, ρικνή, καὶ ἐρρυτιδωμένη ὄψις της ἠγλαΐσθη μὲ ἀκτῖνα νεότητος καὶ καλλονῆς.
Τὰ δύο παιδία, ἂν καὶ δὲν ἐνόουν περὶ τίνος ἐπρόκειτο, ἰδόντα τὴν χαρὰν τῆς μάμμης των, ἤρχισαν νὰ χοροπηδῶσι.
*  *  *
Ὁ κὺρ Μαργαρίτης δὲν ἦτο ἰδίως προεξοφλητής, ἢ τοκιστής, ἢ ἔμπορος, ἦτο ὅλα αὐτὰ ὁμοῦ. Ἕνα φόρον ἐπιτηδεύματος ἐπλήρωνεν, ἀλλ᾽ ἔκαμνε τρεῖς τέχνας.
Ἡ γραῖα Ἀχτίτσα, εἰς φοβερὰν διατελοῦσα ἔνδειαν, ἔλαβε τὸ παρὰ τοῦ υἱοῦ της ἀποσταλὲν γραμμάτιον, ἐφ᾽ οὗ ἐφαίνοντο γράμματα κόκκινα καὶ μαῦρα, ἄλλα ἔντυπα καὶ ἄλλα χειρόγραφα, ἐξ ὧν δὲν ἐνόει τίποτε οὔτε ὁ γηραιὸς ἐφημέριος οὔτε αὐτή, καὶ μετέβη εἰς τὸ μαγαζὶ τοῦ κὺρ Μαργαρίτη.
Ὁ κὺρ Μαργαρίτης ἐρρόφησε δραγμίδα ταμβάκου, ἐτίναξε τὴν βράκαν του, ἐφ᾽ ἧς ἔπιπτε πάντοτε μέρος ταμβάκου, κατεβίβασε μέχρι τῶν ὀφρύων τὴν σκούφιαν του, ἔβαλε τὰ γυαλιά του, καὶ ἤρχισε νὰ ἐξετάζῃ διὰ μακρῶν τὸ γραμμάτιον.
―Ἔρχεται ἀπ᾽ τὴν Ἀμέρικα; εἶπε. Σ᾽ ἐθυμήθηκε, βλέπω, ὁ γυιός σου. Μπράβο, χαίρομαι.
Εἶτα ἐπανέλαβεν:
―Ἔχει τὸν ἀριθμὸν 10, ἀλλὰ δὲν ξέρομε τί εἴδους μονέδα νὰ εἶναι, δέκα σελλίνια, δέκα ρούπιες, δέκα κολωνᾶτα ἢ δέκα…
Διεκόπη. Παρ᾽ ὀλίγον θὰ ἔλεγε «δέκα λίρες».
―  Νὰ φωνάξουμε τὸ δάσκαλο, ἐμορμύρισεν ὁ κὺρ Μαργαρίτης, ἴσως ἐκεῖνος ξεύρῃ νὰ τὸ διαβάσῃ. Τί γλῶσσα νὰ εἶναι τάχα;
Ὁ ἑλληνοδιδάσκαλος, ὅστις ἐκάθητο βλέπων τοὺς παίζοντας τὸ κιάμο εἰς παράπλευρον καφενεῖον, παρακληθεὶς μετέβη εἰς τὸ μαγαζὶ τοῦ κὺρ Μαργαρίτη. Εἰσῆλθεν, ὀρθός, δύσκαμπτος, ἔλαβε τὸ γραμμάτιον, παρεκάλεσε τὸν κὺρ Μαργαρίτην νὰ τὸν δανείσῃ τὰ γυαλιά του, καὶ ἤρχισε νὰ συλλαβίζῃ τοὺς λατινικοὺς χαρακτῆρας:
―  Πρέπει νὰ εἶναι ἀγγλικά, εἶπεν, ἐκτὸς ἂν εἶναι γερμανικά. Ἀπὸ ποῦ ἔρχεται αὐτὸ τὸ δελτάριον;
― Ἀπ᾽ τὴν Ἀμέρικα, κὺρ δάσκαλε, εἶπεν ἡ θεια-Ἀχτίτσα.
― Ἀπὸ τὴν Ἀμερικήν; τότε θὰ εἶναι ἀγγλικόν.
Καὶ ταῦτα λέγων προσεπάθει νὰ συλλαβίσῃ τὰς λέξεις ten pounds sterling*, ἃς ἔφερε χειρογράφους ἡ ἐπιταγή.
―  Sterling, εἶπε· sterling θὰ σημαίνῃ τάλληρον, πιστεύω. Ἡ λέξις φαίνεται νὰ εἶναι τῆς αὐτῆς ἐτυμολογίας, ἀπεφάνθη δογματικῶς.
Καὶ ἐπέστρεψε τὸ γραμμάτιον εἰς χεῖρας τοῦ κὺρ Μαργαρίτη.
―  Αὐτὸ θὰ εἶναι, εἶπε, καὶ ἐπειδὴ ὑπάρχει ἐπὶ τῆς κεφαλίδος ὁ ἀριθμὸς 10, θὰ εἶναι χωρὶς ἄλλο γραμμάτιον διὰ δέκα τάλληρα. Τὸ κάτω-κάτω, ὀφείλω νὰ σᾶς εἴπω ὅτι δὲν γνωρίζω ἀπὸ χρηματιστικά. Εἰς ἄλλα ἡμεῖς ἀσχολούμεθα, οἱ ἄνθρωποι τῶν γραμμάτων.
Καὶ τοῦτο εἰπών, ἐπειδὴ ᾐσθάνθη ψῦχος εἰς τὸ κατάψυχρον καὶ πλακόστρωτον μαγαζεῖον τοῦ κὺρ Μαργαρίτη, ἐπέστρεψεν εἰς τὸ καφενεῖον, ἵνα θερμανθῇ.
*  *  *
Ὁ κὺρ Μαργαρίτης εἶχεν ἀρχίσει νὰ τρίβῃ τὰς χεῖρας, καὶ κάτι ἐφαίνετο σκεπτόμενος.
―  Τώρα, τί τὰ θέλεις, εἶπε στραφεὶς πρὸς τὴν γραῖαν, οἱ καιροὶ εἶναι δύσκολοι, μεγάλα κεσάτια. Νὰ τὸ πάρω, νὰ σοῦ τὸ ἐξαργυρώσω, ξέρω πὼς εἶναι σίγουρος ὁ παράς μου, ξέρω ἂν δὲν εἶναι καὶ ψεύτικο; Ἀπὸ κεῖ κάτω, ἀπ᾽ τὸν χαμένον κόσμον, περιμένεις ἀλήθεια; Ὅλες οἱ ψευτιές, οἱ καλπουζανιὲς ἀπὸ κεῖ μᾶς ἔρχονται. Γυρίζουν τόσα χρόνια, οἱ σουρτούκηδες (μὲ συγχωρεῖς, δὲν λέγω τὸ γυιό σου) ἐκεῖ ποὺ ψένει ὁ ἥλιος τὸ ψωμί, καὶ δὲν νοιάζονται νὰ στείλουν ἕναν παρά, ἕνα σωστὸν παρά, μοναχὰ στέλνουν παλιόχαρτα.
Ἔφερε δύο βόλτες περὶ τὸ τεράστιον λογιστήριόν του, καὶ ἐπανέλαβε:
―  Καὶ δὲν εἶναι μικρὸ πρᾶγμα αὐτό, νὰ σὲ χαρῶ, εἶναι δέκα τάλλαρα! Νὰ εἶχα δέκα τάλλαρα ἐγώ, παντρευόμουνα.
Εἶτα ἐξηκολούθησε:
―  Μὰ τί νὰ σοῦ πῶ, σὲ λυποῦμαι, ποὺ εἶσαι καλὴ γυναίκα, κ᾽ ἔχεις κ᾽ ἐκεῖνα τὰ ὀρφανά. Νὰ κρατήσω ἐγὼ ἑνάμισυ τάλλαρο διὰ τοὺς κινδύνους ποὺ τρέχω καὶ γιὰ τὰ ὀχτώμισυ πλιά… Καὶ γιὰ νά ᾽μαστε σίγουροι, μὴ γυρεύῃς κολωνᾶτα, νὰ σοῦ δώσω πεντόφραγκα, γιὰ νά ᾽μαστε μέσα. Ὀχτώμισυ πεντόφραγκα λοιπόν… Ἄ! ξέχασα!…
Τοὐναντίον, δὲν εἶχε ξεχάσει· ἀπ᾽ ἀρχῆς τῆς συνεντεύξεως αὐτὸ ἐσκέπτετο.
―Ὁ συχωρεμένος ὁ Μιχαλιὸς κάτι ἔκανε νὰ μοῦ δίνῃ, δὲν θυμοῦμαι τώρα…
Καὶ ἐπέστρεψεν εἰς τὸ λογιστήριόν του:
―  Μὰ κ᾽ ἐκεῖνος ὁ τελμπεντέρης ὁ γαμπρός σου, μοῦ ἔφαγε δύο τάλλαρα θαρρῶ.
Καὶ ὡπλίσθη μὲ τὸ πελώριον κατάστιχόν του:
―  Εἶναι δίκιο νὰ τὰ κρατήσω… ἐσένα, ὅσα σοῦ δώσω, θὰ σοῦ φανοῦν χάρισμα.
Ἤνοιξε τὸ κατάστιχον.
Αἱ κατάπυκνοι καὶ μαυροβολοῦσαι σελίδες τοῦ καταστίχου τούτου ὡμοίαζον μὲ πίονας ἀγρούς, μὲ γῆν ἀγαθήν. Ὅ,τι ἔσπειρέ τις ἐν αὐτῷ, ἐκαρποφόρει πολλαπλασίως.
Ἦτο ὡς νὰ ἔκοπτέ τις τὰ φύλλα τοῦ δενδρυλλίου, ἑκάστοτε ὅτε ἐγίνετο ἐξόφλησις κονδυλίου τινός, ἀλλ᾽ ἡ ρίζα ἔμενεν ὑπὸ τὴν γῆν, μέλλουσα καὶ πάλιν ν᾽ ἀναβλαστήσῃ.
Ὁ κὺρ Μαργαρίτης εὗρε παρευθὺς τοὺς δύο λογαριασμούς.
―Ἐννιὰ καὶ δεκαπέντε μοῦ χρωστοῦσεν ὁ μακαρίτης ὁ ἄντρας σου, εἶπε· καὶ δύο τάλλαρα δανεικὰ κι ἀγύριστα τοῦ γαμπροῦ σου γίνονται…
Καὶ λαβὼν κάλαμον ἤρχισε νὰ ἐκτελῇ τὴν πρόσθεσιν πρῶτον καὶ τὴν ἀναγωγὴν τῶν ταλλήρων εἰς δραχμάς, εἶτα τὴν ἀφαίρεσιν ἀπὸ τοῦ ποσοῦ τῶν δέκα γαλλικῶν ταλλήρων.
―  Κάνει νὰ σοῦ δίνω… ἤρχισε νὰ λέγῃ ὁ κὺρ Μαργαρίτης.
Τῇ στιγμῇ ἐκείνη εἰσῆλθε νέον πρόσωπον.
*  *  *
Ἦτο ἔμπορος Συριανός, παρεπιδημῶν δι᾽ ὑποθέσεις εἰς τὴν μικρὰν νῆσον.
Ἅμα εἰσελθὼν διηυθύνθη μετὰ μεγίστης ἐλευθερίας καὶ θάρρους εἰς τὸ λογιστήριον, ὅπου ἵστατο ὁ κὺρ Μαργαρίτης.
―  Τί ἔχουμε κὺρ Μαργαρίτη;… Τ᾽ εἶν᾽ αὐτό; εἶπεν ἰδὼν πρόχειρον ἐπὶ τοῦ λογιστηρίου τὸ γραμμάτιον τῆς πτωχῆς χήρας.
Καὶ λαβὼν τοῦτο εἰς χεῖρας:
―  Συναλλαγματικὴ διὰ δέκα ἀγγλικὰς λίρας ἀπὸ τὴν Ἀμερικήν, εἶπε καθαρᾷ τῇ φωνῇ. Ποῦ εὑρέθη ἐδῶ; Κάμνεις καὶ τέτοιες δουλειές, κὺρ Μαργαρίτη;
―  Γιὰ δέκα λίρες! ἐπανέλαβεν αὐθορμήτως ἡ θεια-Ἀχτίτσα ἀκούσασα εὐκρινῶς τὴν λέξιν.
―  Ναί, διὰ δέκα ἀγγλικὰς λίρας, εἶπε καὶ πάλιν στραφεὶς πρὸς αὐτὴν ὁ Ἑρμουπολίτης. Μήπως εἶναι δικό σου;
―  Μάλιστα.
Ἡ θεια-Ἀχτίτσα, ἐν καταφάσει, ἔλεγε πάντοτε ναί, ἀλλὰ νῦν ἠπόρει καὶ αὐτὴ πῶς εἶπε μάλιστα, καὶ ποῦ εὗρε τὴν λέξιν ταύτην.
―  Γιὰ δέκα ναπολεόνια θὰ εἶναι ἴσως, εἶπε δάκνων τὰ χείλη ὁ κὺρ Μαργαρίτης.
―  Σοῦ λέγω διὰ δέκα ἀγγλικὰς λίρας, ἐπανέλαβε καὶ αὖθις ὁ Συριανὸς ἔμπορος. Παίρνεις ἀπὸ λόγια;
Καὶ ἔρριψε δεύτερον μακρὸν βλέμμα ἐπὶ τοῦ γραμματίου:
―  Εἶναι σίγουρος παράς, ἀρζὰν-κοντάν*, σοῦ λέγω. Θὰ τὸ ἐξοφλήσῃς, ἢ τὸ ἐξοφλῶ ἀμέσως;
Καὶ ἔκαμε κίνημα νὰ ἐξαγάγῃ τὸ χρηματοφυλάκιόν του.
―  Μπορεῖ νὰ τὸ πάρῃ κανεὶς γιὰ ἐννέα λίρες… γαλλικές, εἶπε διστάζων ὁ κὺρ Μαργαρίτης.
―  Γαλλικές; Τὸ παίρνω ἐγὼ διὰ ἐννιὰ ἀγγλικές.
Καὶ στρέψας ὄπισθεν τὸ φύλλον τοῦ χάρτου, εἶδε τὴν ὑπογραφὴν ἣν εἶχε βάλει ὁ ἀγαθὸς ἱερεύς, παρέβαλεν αὐτὴν μὲ τὸ ὄνομα τὸ φερόμενον ἐν τῷ κειμένῳ, καὶ τὴν εὗρε σύμφωνον.
Καὶ ἀνοίξας τὸ χρηματοφυλάκιον ἐμέτρησεν εἰς τὴν χεῖρα τῆς θεια-Ἀχτίτσας καὶ πρὸ τῶν ἐκθάμβων ὀφθαλμῶν αὐτῆς ἐννέα στιλπνοτάτας ἀγγλικὰς λίρας.
Καὶ ἰδοὺ διατί ἡ πτωχὴ γραῖα ἐφόρει τῇ ἡμέρᾳ τῶν Χριστουγέννων καινουργῆ «ἄδολην»* μανδήλαν, τὰ δὲ δύο ὀρφανὰ εἶχον καθαρὰ ὑποκαμισάκια διὰ τὰ ἰσχνὰ μέλη των καὶ θερμὴν ὑπόδεσιν διὰ τοὺς παγωμένους πόδας των.

                                                                        Τέλος

 

Παρασκευή 30 Σεπτεμβρίου 2022

...το ψεμα, ο ψευτης και ο ψευταποδοχος*






αν πεις ψεματα

ειτε συνειδητα ειτε ασυνειδητα
ειτε μικρα ειτε μεγαλα
ειτε πονηρα ειτε καραμπινατα
τα ψεματα που ειπες, εστω και μια φορα,
θα μεινουν για παντα ψεματα
κι εσυ που τα ειπες,
εστω και μια φορα,
θα εισαι για παντα ψευτης.

το ψεμα, ονομα ουσιαστικο,
σαν κατασταση ειναι ελεεινη
σαν ενεργεια ειναι απαραδεκτη
και σαν ιδιοτητα ειναι απαισια
κατα συνεπεια
ο ψευτης, επισης ονομα ουσιαστικο, διγενες και δικαταληκτο,
ειναι ελεεινος, απαραδεκτος και απαισιος.

υποκειμενο και αντικειμενο (ψευτης-ψεμα)
καθως και οι επιθετικοι προσδιορισμοι τους
υποκεινται σε διαβαθμιση ως προ το αποτελεσμα που θα προκυψει
και η διαβαθμιση αυτη μπορει να ειναι
ποσοτικη, ποιοτικη, πυκνωτικη, πνικτικη κ.α.
απο α εως α+ (οπου α>0)
δηλαδη:
ψεματακι, ψεμα, ψεματαρα
ψευταρακος, ψευτης, ψευταρας.
ΔΗΛΑΔΗ:
εχει μεγαλη σημασια ποιος εισαι
εσυ που ειπες (και λες) ψεματα
και εξ ισου μεγαλη σημασια εχει
το τι "ειναι" και τι "εκανε" ("κανει") το ψεμα που ειπες (και λες).

ετσι κι αλλοιως, το ψεμα θα παραμεινει ψεμα
ετσι κι αλλοιως, εσυ ο ψευτης θα παραμεινεις ψευτης                                                                                 με τις αναλογες/αντιστοιχες επιπτωσεις

με τον ψευταποδοχο ομως τι γινεται ? 
και πολυ και δυσκολο το "θεμα"                   
και πολλα και δυσκολα τα (συν)επακολουθα 
ασ΄τα καλυτερα !

ουστ, ψευταραδες !

.................................................................................................


*(αφορα ολη την προταση)
δεν μιλαμε για "γλυκες", ενταξει ?



 

 

Πέμπτη 3 Μαρτίου 2022

περι επικοινωνιας...οχι περι επι κοινωνιας...μασαλια δηλαδη !


 

ειναι πολυ δυσκολο
να πετυχεις, με την πρωτη, να επικοινωνησεις
ειτε με εναν ειτε με λιγους ειτε με πολλους
οταν το επικοινωνουμενο ειναι "βαρυ"
ή ο επικοινωνιακος στοχος ειναι "τραχυς"
ποσο μαλλον οταν συμβαινουν και τα δυο

απαιτειται επικοινωνιακη προεργασια
σχετικη με την επεξεργασια του στοχου
το δουλεμα δηλαδη (και κυριολεκτικα και μεταφορικα)
του υποψηφιου αποδεκτη του επικοινωνουμενου


οταν το επικοινωνουμενο ειναι "βατο"
ή ο επικοινωνιακος στοχος "λειος"
ακομη και μια απλη (δια)σπορα
μπορει να επιτυχει, πιθανον και με την πρωτη, το ζητουμενο

αν, σε καθε αλλη περιπτωση συσχετισμου
των σε εισαγωγικα πιο πανω επιθετων λεξεων/εννοιων,
δεν προσαρμοσθουν, αναλογα, τα υποκειμενα
τοτε η αστοχια ειναι σιγουρη
και το αποτελεσμα, αναμφιβολα, μη επιθυμητο

σε ολες ομως τις περιπτωσεις
απαιτειται να δοθει σημασια στο παραμικρο
γιατι οταν πατηθει το enter
κανενα πραγμα
δεν μπορει να κανει κατι αλλο
απο αυτο που ειναι προγραμματισμενο να κανει

...και τοτε
πολλα θα ειναι ή δεν θα ειναι μασαλια* (ο τονος στο -σα)

...και μονο ενας απο μηχανης Θεος
μπορει να (περι)σωσει την κατασταση

...τις, συντριπτικα, πιο πολλες φορες, ομως, με το αζημειωτο
αν και Θεος!
------------------------
σου ξαναλεω:
αλλο βλακας και αλλο βλακεια
πως να το κανουμε !
----------------------------------
*μασαλια= "παραμυθια", ψευτικες διαδοσεις/προσδιορισμοι με σκοπο την (εστω και για πλακα) παραπλανηση, το "δουλεμα" (οπως το ακουγα οταν ημουν μικρος).

 

Τρίτη 14 Σεπτεμβρίου 2021

...να τι πρεπει να ξερει ο εξ Αμερικης (επικοινωνιολογος?), συμφεροντων της Ελληνικης Κυβερνησης και του πρωθυπουργου της, Stan Greenberg*...


 

 

 

 

 

 

...το να εισαι πολιτικος αρχηγος (και οχι ηγετης),**
εστω και κατοπιν δημοκρατικης εκλογης,
ή το να κατεχεις οποιαδηποτε αλλη θεση
(και οχι αξιωμα, οπως τεχνιεντως πονηρα λεγεται)
δημοσιου λειτουργου,
εστω και κατοπιν δημοκρατικης κατοχης,
δεν σημαινει οτι οι οποιες ιδιοτητες προσδιοριζουν
(ή απορρεουν απο) την ασκηση της λειτουργιας αυτης
ειναι δημοκρατικες (σωνει και καλα)
και συνεπως
δεν σημαινει οτι ο(η) ασκων(ουσα)
αναλογη λειτουργια
(λειτουργια, ετσι? ...και οχι εξουσια)
ειναι δημοκρατικος λειτουργος
(δημοκρατικος εξουσιαστης
ειτε σας αρεσει ειτε οχι δεν υπαρχει)

σαν δημοκρατικη ιδιοτητα,
πολυ λιγες ιδιοτητες ειναι αυτες
που μπορουν να χαρακτηριστουν

...και ως εκ τουτου
το να λειτουργει καποιος
(απο τους πιο πανω αναφερομενους)
με διαφανεια
το να εξεταζει με σαφηνεια
το να εκτιμα με γνωση
το να συνεκτιμα με αντικειμενικοτητα
το να υπολογιζει με ακριβεια
δεν εχει καμμια απολυτως δημοκρατικη υποσταση
αν αποφασιζει (χωρις σωφροσυνη)
για εναν ή για λιγους
αντι (με σωφροσυνη)
για ολους ή πολλους

σταση, κριση, εκτιμηση,
αποφαση
που ευνοει εναν ή λιγους
ειναι λαμογιά
σε περιπτωση ομως
που ευνοει εναν ή λιγους
σε βαρος (οποιοδηποτε)
ολων ή πολλων
τοτε ειναι δημοκρατικοπροσχηματικη λαμογιά
με τα ολα της
οπως τωρα τελευταια οι πραξεις της μειοψηφοδημοκρατικης μας κυβερνησης.

μασαει η κατσικα ταραμα?
...αν μασαει λεει!

.........................................................................................................................

* αστοχη η επιλογη του

**στην χωρα μας


Δευτέρα 28 Ιουνίου 2021

...το ψεμα, ο ψευτης και ο ψευταποδοχος*

 





αν πεις ψεματα

ειτε συνειδητα ειτε ασυνειδητα
ειτε μικρα ειτε μεγαλα
ειτε πονηρα ειτε καραμπινατα
τα ψεματα που ειπες, εστω και μια φορα,
θα μεινουν για παντα ψεματα
κι εσυ που τα ειπες,
εστω και μια φορα,
θα εισαι για παντα ψευτης.

το ψεμα, ονομα ουσιαστικο,
σαν κατασταση ειναι ελεεινη
σαν ενεργεια ειναι απαραδεκτη
και σαν ιδιοτητα ειναι απαισια
κατα συνεπεια
ο ψευτης, επισης ονομα ουσιαστικο, διγενες και δικαταληκτο,
ειναι ελεεινος, απαραδεκτος και απαισιος.

υποκειμενο και αντικειμενο (ψευτης-ψεμα)
καθως και οι επιθετικοι προσδιορισμοι τους
υποκεινται σε διαβαθμιση ως προ το αποτελεσμα που θα προκυψει
και η διαβαθμιση αυτη μπορει να ειναι
ποσοτικη, ποιοτικη, πυκνωτικη, πνικτικη κ.α.
απο α εως α+ (οπου α>0)
δηλαδη:
ψεματακι, ψεμα, ψεματαρα
ψευταρακος, ψευτης, ψευταρας.
ΔΗΛΑΔΗ:
εχει μεγαλη σημασια ποιος εισαι
εσυ που ειπες (και λες) ψεματα
και εξ ισου μεγαλη σημασια εχει
το τι "ειναι" και τι "εκανε" ("κανει") το ψεμα που ειπες (και λες).

ετσι κι αλλοιως, το ψεμα θα παραμεινει ψεμα
ετσι κι αλλοιως, εσυ ο ψευτης θα παραμεινεις ψευτης.

με τον ψευταποδοχο ομως τι γινεται ?
και πολυ και δυσκολο το "θεμα"
και πολλα και δυσκολα τα (συν)επακολουθα
ασ΄τα καλυτερα !

ουστ, ψευταραδες !

.................................................................................................

*(αφορα ολη την προταση)
δεν μιλαμε για "γλυκες", ενταξει ?



 

Παρασκευή 21 Μαΐου 2021

...ο Δρομος της Απωλειας - redux '21...


για να υπαρχει/υπαρξει απωλεια
πρεπει να υπηρχε/υπηρξε κτηση, κατοχη
και αναλογα της αξιας του κεκτημενου/κατεχομενου
προσδιοριζεται η, εκ της απωλειας του, ζημια
πραγμα που σημαινει οτι
ή μπορει να χασει κανεις τα παντα
ή μπορει να χασει κανεις κατι και να ειναι σαν να εχασε τα παντα
(καθως και ολες οι ενδιαμεσες περιπτωσεις)

αναμφισβητα ομως
προκαλει συγκινησιακη φορτιση ο τροπος της απωλειας
...και η φορτιση αυτη βγαζει, με μεγαλυτερη ενταση,
το χαρακτηριστικο της αδικιας, της βιας, της εξαπατησης, 
της επιβολης, της αρπαγης, του λαθους κλπ
οταν καποιο ή καποια ή ολα αυτα προκαλεσαν την απωλεια

και αναλογα της ποσοτητας (και της ποιοτητας) της εντασης της φορτισης,
εκδηλωνεται ή οχι αντιδραση κατ΄αυτης
...κατα συνεπεια η ποσοτητα (και η ποιοτητα) της εντασης της αντιδρασης στην απωλεια
φερνει/μπορει να φερει διαφορετικα αποτελεσματα
ή να μην φερει κανενα αποτελεσμα
οπως δεν φερνει κανενα αποτελεσμα η μη εκδηλωση της

σε ΚΑΘΕ περιπτωση απωλειας
δεν εχει "δεν μπορω", "δεν με παιρνει"(να αντιδρασω)
γιατι τοτε η πιθανοτητες ανακτησης των απωλεσθεντων μηδενιζονται
και τα προκυψαντα υλικα ή ηθικα ή ιδεολογικα παραστατικα πεπραγμενα
γινονται καθεστωτα. STATUS*.
...και τα καθεστωτα δυσκολα, μα πολυ δυσκολα, αλλαζουν ! 

          αλιμονο, λοιπον, μη σου γινει συνηθεια (για την απωλεια σου λεω)!

.......................................................................................................
 
*με αλλα λογια
αν "δεν μπορεις", την πατησες !
αν "δεν σε παιρνει", την εβαψες !

Τρίτη 13 Απριλίου 2021

...Do The Right Think* (...οπως λεμε: σκεψου λιγο ρε μαλακα !)

 

 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
την** ειχες, την απεβαλες και δεν θελεις να την ξαναβρεις

δεν λαμβανεις, ομως, υπ οψη σου
το πως και το γιατι του παρελθοντος
το πως και το γιατι του παροντος
το πως και το γιατι του μελλοντος
των σημαινομενων των ρηματων της πρωτης σειρας

τα οποια εχω, χανω, θελω, ξαναβρισκω, ειχα, εχασα, ξαναβρω, λαμβανω
πρεπει, πρωτα, να τα βαλεις στην σωστη (ορθη) σειρα
και πρεπει, μετα, να τα συνδεσεις λογικα
ωστε να οδηγηθεις, μεσω μιας μη ανατρεψιμης σειρας διασυνδεσης των,
στο επιθυμητο αποτελεσμα (αν, εν τω μεταξυ, σου εμεινε καποια επιθυμια)

προσοχη,
οποιοσδηποτε αλλος τροπος για να μη την "ξαναβρεις",
εκτος του "σκεψου λιγο ρε μαλακα!"
κιδυνευει να εξελιχθει σε μια ακομη "τοιαυτη"**
μεγαλυτερου, ομως, βαθμου
και σε αιτιο, σχεδον, μη ανατρεψιμου αποτελεσματος
...α, πα, πα !
 
...................................................................................... 

*think και οχι thing
  (δεν πειραζει αν δεν το "πιανουν" καποιοι)
 
**τυφλα, ασχετοσυνη, μαλακια, στενοκεφαλια,
    μικροψυχια, χαιρεκακια, αγνωμοσυνη, αχαριστια
    ...διαλεγεις και παιρνεις!







 

Πέμπτη 4 Μαρτίου 2021

Ferrari ή Zastava ? ...τελικα εισαι ή δεν εισαι αυτο που νομιζεις οτι εισαι ή δεν εισαι ?

 
 
 
 
 
οσο κι αν νομιζεις οτι εισαι "γατα"
οσο κι αν νομιζεις οτι "δεν πιανεσαι απο πουθενα"
οσο κι αν νομιζεις οτι "σε 'μενα δεν περανε αυτα"
οσο κι αν νομιζεις οτι εισαι Ferrari και οχι Zastava.

αν δεν ανταποκρινεσαι λογικα
αν δεν ψαχνεσαι διεξοδικα
αν δεν σκεφτεσαι αναλυτικα
αν δεν αντιλαμβανεσαι ολικα (και οχι ολοκληρωτικα)
τοτε δεν εισαι Ferrari

και
αν οντως εισαι "γατα" οφειλεται σε αποδεκτους εκ μερους σου αντιπροσωπευτικους παραγοντες
αν οντως "δεν πιανεσαι απο πουθενα", οφειλεται σε ενδοπροσωπικους κωδικες
αν οντως "σε 'μενα δεν περναν αυτα" οφειλεται σε (υπ)εξαγωγη εισαγομενων αντιπαραστασεων
αν οντως εισαι Ferrari και οχι Zastava, οφειλεται σε αποδεκτες ενεργοβορες πληροφοριες.

αν ομως εισαι Ζastava και νομιζεις οτι εισαι Ferrari
oφειλεται σε, με λανθασμενο τροπο, αποδεκτες, ενεργοβορες,ενδοενεργοποιημενες θεωριες           (ισως και φυτευμενες).

οποτε
αν δεν (αυτο)τεσταρεσαι (δυνατοτητα της γλωσσας μας για να κανουμε δικες μας λεξεις) συχνακις
και με αυστηρα κριτηρια επι του προσδιορισμου των αποτελεσματων
κινδυνευεις να εισαι κατι αλλο απο αυτο που νομιζεις/πιστευεις οτι εισαι

π.χ.
να εισαι μαλακας ενω νομιζεις οτι δεν εισαι
να μην εισαι μαλακας και να νομιζεις οτι εισαι
να σε θεωρουν μαλακα, γιατι ετσι δειχνεις, ενω δεν εισαι
να σε θεωρουν μαλακα και να εισαι
να σε θεωρουν μη μαλακα και να εισαι

επι του παροντος χρονου (οχι ημερολογιακου):
με την παρουσα κυβερνηση αρχισαν να εφαρμοζονται καινουργιοι νομοι και ισως καινουργια πραγματα
πραγματα που φερνουν αποτελεσματα
και σαν αποτελεσματα ειναι συγκρισιμα με προηγουμενα, των προηγουμενων κυβερνησεων...

...ανοιξε τα στραβα σου, τραβα γραμμη και κανε λογαριασμο
να ανοιγεις τα ματια σου, να τραβας γραμμες και να κανεις λογαριασμους
το αποτελεσμα που θα βρεις, το αποτελεσμα που θα βρισκεις
ειναι ευθεως αναλογο του πιο πανω λογισμικου.

...ειναι ομως (και παντα θα ειναι) το κωλοαποτελεσμα
ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΙΚΑ ΣΥΓΚΡΙΣΙΜΟ με προηγουμενο
και μπορει να δεις/και μπορεις να βλεπεις
πιο ειναι το πιο καλο, πιο ειναι το πιο επωφελες
για σενα, για καποιους, για ολους
ΑΥΤΟ ή ΤΟ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ?

...ετσι για να μη σε δουλευουν κατι τυποι μεσω της ενημερωσης
για να μη σε δουλευουν κατι τυποι μεσω "των δικων τους ενεργειων"
για να μη σε δουλευουν κατι τυποι μεσω της παραδοσης
για να μη σε δουλευουν κατι τυποι μεσω της συγχυσης
για να μη σε δουλευουν κατι τυποι μεσω της δωροδικιας (οχι δωροδοκιας)

αν δεν τα καταφερουν/καταφερνουν, πας καλα
αν τα καταφερουν/καταφερνουν, κακο του κεφαλιου σου.

Πέμπτη 31 Δεκεμβρίου 2020

...καλη χρονια σε ολον τον κοσμο !


                «Δεν είσαι ποτέ πολύ μεγάλος να θέσεις έναν νέο στόχο ή να κάνεις ένα νέο όνειρο.»

Κυριακή 20 Δεκεμβρίου 2020

Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ καὶ ἐπὶ γῆς εἰρήνη ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία...Καλα Χριστουγεννα σ' ολον τον κοσμο !

 


  

                                                              Η ΣΤΑΧΟΜΑΖΩΧΤΡΑ 

                                                           Αλεξανδρου Παπαδιαμαντη

Μεγάλην ἐξέφρασεν ἔκπληξιν ἡ γειτόνισσα τὸ Ζερμπινιώ, ἰδοῦσα τῇ ἡμέρᾳ τῶν Χριστουγέννων τοῦ ἔτους 187… τὴν θεια-Ἀχτίτσα φοροῦσαν καινουργῆ μανδήλαν, καὶ τὸν Γέρο καὶ τὴν Πατρώνα μὲ καθαρὰ ὑποκαμισάκια καὶ μὲ νέα πέδιλα.
Τοῦτο δὲ διότι ἦτο γνωστότατον ὅτι ἡ θεια-Ἀχτίτσα εἶχεν ἰδεῖ τὴν προῖκα τῆς κόρης της πωλουμένην ἐπὶ δημοπρασίας πρὸς πληρωμὴν τῶν χρεῶν ἀναξίου γαμβροῦ, διότι ἦτο ἔρημος καὶ χήρα καὶ διότι ἀνέτρεφε τὰ δύο ὀρφανὰ ἔγγονά της μετερχομένη ποικίλα ἐπαγγέλματα. Ἦτο (ἂς εἶναι μοναχή της!) ἀπ᾽ ἐκείνας ποὺ δὲν ἔχουν στὸν ἥλιο μοῖρα. Ἡ γειτόνισσα τὸ Ζερμπινιὼ ᾤκτειρε τὰς στερήσεις τῆς γραίας καὶ τῶν δύο ὀρφανῶν, ἀλλὰ μήπως ἦτο καὶ αὐτὴ πλουσία, διὰ νὰ ἔλθῃ αὐτοῖς ἀρωγὸς καὶ παρήγορος;
Εὐτυχὴς ὁ μακαρίτης, ὁ μπαρμπα-Μιχαλιός, ὅστις προηγήθη εἰς τὸν τάφον τῆς συμβίας Ἀχτίτσας, χωρὶς νὰ ἴδῃ τὰ δεινὰ τὰ ἐπικείμενα αὐτῇ μετὰ τὸν θάνατόν του. Ἦτο καλῆς ψυχῆς, ἂς εἶχε ζωή! ὁ συχωρεμένος. Τὰ δύο παιδιά, «τὰ ἀδιαφόρετα*», ὁ Γεώργης καὶ ὁ Βασίλης, ἐπνίγησαν βυθισθείσης τῆς βρατσέρας των τὸν χειμῶνα τοῦ ἔτους 186… Ἡ βρατσέρα ἐκείνη ἀπωλέσθη αὔτανδρος, τί φρίκη, τί καημός! Τέτοια τρομάρα καμμιᾶς καλῆς χριστιανῆς νὰ μὴν τῆς μέλλῃ.
Ὁ τρίτος ὁ γυιός της, ὁ σουρτούκης, τὸ χαμένο κορμί, ἐξενιτεύθη, καὶ εὑρίσκετο, ἔλεγαν, εἰς τὴν Ἀμερικήν. Πέτρα ἔρριξε πίσω του. Μήπως τὸν εἶδε; Μήπως τὸν ἤκουσεν; Ἄλλοι πάλιν πατριῶτες εἶπαν ὅτι ἐνυμφεύθη εἰς ἐκεῖνα τὰ χώματα, κ᾽ ἐπῆρε, λέει, μιὰ φράγκα. Μιὰ ᾽γγλεζοπούλα, ἕνα ξωθικό, ποὺ δὲν ἤξευρε νὰ μιλήσῃ ρωμέικα. Μὴ χειρότερα! Τί νὰ πῇ κανείς, ἠμπορεῖ νὰ καταρασθῇ τὸ παιδί του, τὰ σωθικά του, τὰ σπλάγχνα του;
Ἡ κόρη της ἀπέθανεν εἰς τὸν δεύτερον τοκετόν, ἀφεῖσα αὐτῇ τὰ δύο ὀρφανὰ κληρονομίαν. Ὁ πατεριασμένος* τους ἐζοῦσε ἀκόμα (ποὺ νὰ φτάσουν τὰ μαντᾶτα του, ὥρα τὴν ὥρα!), μὰ τί νοικοκύρης, τὸ πρόκοψε ἀλήθεια! Χαρτοπαίκτης, μέθυσος καὶ 〈μὲ〉 ἄλλας ἀρετὰς ἀκόμη. Εἶπαν πὼς ξαναπαντρεύτηκε ἀλλοῦ, διὰ νὰ πάρῃ καὶ ἄλλον κόσμον εἰς τὸν λαιμόν του, ὁ ἀσυνείδητος! Τέτοιοι ἄντρες!… Ἔκαμε δὰ κι αὐτὴ ἕνα γαμπρό, μὰ γαμπρὸ (τὸ λαμπρό* τ᾽ νὰ βγῇ!).
Τί νὰ κάμῃ, ἔβαλε τὰ δυνατά της, κ᾽ ἐπροσπαθοῦσε ὅπως-ὅπως νὰ ζήσῃ τὰ δύο ὀρφανά. Τί ἀξιολύπητα, τὰ καημένα! Κατὰ τὰς διαφόρους ὥρας τοῦ ἔτους, ἐβοτάνιζε, ἀργολογοῦσε*, ἐμάζωνε ἐλιές, ἐξενοδούλευε. Ἐμάζωνε κούμαρα καὶ τὰ ἔβγαζε ρακί. Μερικὰ στέμφυλα ἀπ᾽ ἐδῶ, καμπόσα βότσια ἀραβοσίτου ἀπ᾽ ἐκεῖ, ὅλα τὰ ἐχρησιμοποίει. Εἶτα κατὰ Ὀκτώβριον, ἅμα ἤνοιγαν τὰ ἐλαιοτριβεῖα, ἔπαιρνεν ἕνα εἶδος πῆχυν, ἓν πενηντάρι ἐκ λευκοσιδήρου, μίαν στάμναν μικράν, κ᾽ ἐγύριζεν εἰς τὰ ποτόκια*, ὅπου κατεστάλαζαν αἱ ὑποστάθμαι τοῦ ἐλαίου, κ᾽ ἐμάζωνε τὴν μούργα. Διὰ τῆς μεθόδου ταύτης ᾠκονόμει ὅλον τὸ ἐνιαύσιον ἔλαιον τοῦ λυχναρίου της.
Ἀλλὰ τὸ πρώτιστον εἰσόδημα τῆς θεια-Ἀχτίτσας προήρχετο ἐκ τοῦ σταχομαζώματος. Τὸν Ἰούνιον κατ᾽ ἔτος ἐπεβιβάζετο εἰς πλοῖον, ἔπλεεν ὑπερπόντιος καὶ διεπεραιοῦτο εἰς Εὔβοιαν. Περιεφρόνησε τὸ ὀνειδιστικὸν ἐπίθετον τῆς «καραβωμένης», ὅπερ ἐσφενδόνιζον ἄλλα γύναια κατ᾽ αὐτῆς, διότι ὄνειδος ἀκόμη ἐθεωρεῖτο τὸ νὰ πλέῃ γυνὴ εἰς τὰ πελάγη. Ἐκεῖ, μετ᾽ ἄλλων πτωχῶν γυναικῶν, ἠσχολεῖτο συλλέγουσα τοὺς ἀστάχυς, τοὺς πίπτοντας ἀπὸ τῶν δραγμάτων τῶν θεριστῶν, ἀπὸ τῶν φορτωμάτων καὶ κάρρων. Κατ᾽ ἔτος, οἱ χωρικοὶ τῆς Εὐβοίας καὶ τὰ χωριατόπουλα ἔρριπτον κατὰ πρόσωπον αὐτῶν τὸ σκῶμμα: «Νά! οἱ φ᾽στάνες! μᾶς ἦρθαν πάλιν οἱ φ᾽στάνες*!» Ἀλλ᾽ αὕτη ἔκυπτεν ὑπομονητική, σιωπηλή, συνέλεγε τὰ ψιχία ἐκεῖνα τῆς πλουσίας συγκομιδῆς τοῦ τόπου, ἀπήρτιζε τρεῖς ἢ τέσσαρας σάκκους, ὁλόκληρον ἐνιαυσίαν ἐσοδείαν δι᾽ ἑαυτὴν καὶ διὰ τὰ δύο ὀρφανά, τὰ ὁποῖα εἶχεν ἐμπιστευθῆ ἐν τῷ μεταξὺ εἰς τὰς φροντίδας τῆς Ζερμπινιῶς, καὶ ἀποπλέουσα ἐπέστρεφεν εἰς τὸ παραθαλάσσιον χωρίον της.
*  *  *
Πλὴν ἐφέτος, δηλ. τὸ ἔτος ἐκεῖνο, ἀφορία εἶχε μαστίσει τὴν Εὔβοιαν. Ἀφορία εἰς τὸν ἐλαιῶνα τῆς μικρᾶς νήσου, ὅπου κατῴκει ἡ θεια-Ἀχτίτσα. Ἀφορία εἰς τὰς ἀμπέλους καὶ εἰς τοὺς ἀραβοσίτους, ἀφορία σχεδὸν καὶ εἰς αὐτὰ τὰ κούμαρα, ἀφορία πανταχοῦ.
Εἶτα, ἐπειδὴ οὐδὲν κακὸν ἔρχεται μόνον, βαρὺς χειμὼν ἐνέσκηψεν εἰς τὰ βορειότερα ἐκεῖνα μέρη. Ἀπὸ τοῦ Νοεμβρίου μηνός, χωρὶς σχεδὸν νὰ πνεύσῃ νότος καὶ νὰ πέσῃ βροχή, ἤρχισε νὰ χιονίζῃ. Μόλις ἔπαυεν εἷς νιφετὸς καὶ ἤρχιζεν ἄλλος. Ἐνίοτε ἔπνεε ξηρὸς βορρᾶς, σφίγγων ἔτι μᾶλλον τὰ χιόνια, τὰ ὁποῖα δὲν ἔλυωναν εἰς τὰ βουνά. «Ἐπερίμεναν ἄλλα».
Ἡ γραῖα μόλις εἶχε προλάβει νὰ μεταφέρῃ ἐπὶ τῶν ὤμων της ἀπὸ τῶν φαράγγων καὶ δρυμῶν ἀγκαλίδας τινὰς ξηρῶν ξύλων, ὅσαι μόλις θὰ ἤρκουν διὰ δύο ἑβδομάδας ἢ τρεῖς, καὶ βαρὺς ὁ χειμὼν ἐπέπεσε. Περὶ τὰ μέσα Δεκεμβρίου μόλις ἐπῆλθε μικρὰ διακοπή, καὶ δειλαί τινες ἀκτῖνες ἡλίου ἐπεφάνησαν ἐπιχρυσοῦσαι τὰς ὑψηλοτέρας στέγας. Ἡ θεια-Ἀχτίτσα ἔτρεξεν εἰς τὰ «ὀρμάνια» ἵνα προλάβῃ καὶ εἰσκομίσῃ καυσόξυλά τινα. Τὴν ἐπαύριον ὁ χειμὼν κατέσκηψεν ἀγριώτερος. Μέχρι τῶν Χριστουγέννων οὐδεμία ἡμέρα εὔδιος, οὐδεμία γωνία οὐρανοῦ ὁρατή, οὐδεμία ἀκτὶς ἡλίου.
Κραταιὸς καὶ βαρύπνοος βορρᾶς, «χιονιστής», ἐφύσα κατὰ τὰς παραμονὰς τῆς ἁγίας ἡμέρας. Αἱ στέγαι τῶν οἰκιῶν ἦσαν κατάφορτοι ἐκ σκληρυνθείσης χιόνος. Τὰ συνήθη παίγνια τῶν ὁδῶν καὶ τὰ χιονοβολήματα ἔπαυσαν. Ὁ χειμὼν ἐκεῖνος δὲν ἦτο φιλοπαίγμων. Ἀπὸ τῶν κεράμων τῶν στεγῶν ἐκρέμαντο ὡς ὥριμοι καρποὶ σπιθαμιαῖα κρύσταλλα, τὰ ὁποῖα οἱ μάγκαι τῆς γειτονιᾶς δὲν εἶχον πλέον ὄρεξιν νὰ τρώγουν.
Τὴν ἑσπέραν τῆς 23, ὁ Γέρος εἶχεν ἔλθει ἀπὸ τὸ σχολεῖον περιχαρής, διότι ἀπὸ τῆς αὔριον ἔπαυον τὰ μαθήματα. Πρὶν ξεκρεμάσῃ τὸν «φύλακα»* ἀπὸ τῆς μασχάλης του, ὁ Γέρος πεινασμένος ἤνοιξε τὸ δουλάπι, ἀλλ᾽ οὐδὲ ψωμὸν ἄρτου εὗρεν ἐκεῖ. Ἡ γραῖα εἶχεν ἐξέλθει, ἴσως πρὸς ζήτησιν ἄρτου. Ἡ ἀτυχὴς Πατρώνα ἐκάθητο ζαρωμένη πλησίον τῆς ἑστίας, ἀλλ᾽ ἡ ἑστία ἦτο σβεστή. Ἐσκάλιζε τὴν στάκτην, νομίζουσα ἐν τῇ παιδικῇ ἀφελείᾳ της (ἦτο μόλις τετραετές, τὸ πτωχὸν κοράσιον) ὅτι ἡ ἑστία εἶχε πάντοτε τὴν ἰδιότητα νὰ θερμαίνῃ, καὶ ἂς μὴ καίῃ. Ἀλλ᾽ ἡ στάκτη ἦτο ὑγρά. Σταλαγμοὶ ὕδατος, ἐκ χιόνος τακείσης ἴσως διά τινος λαθραίας καὶ παροδικῆς ἀκτῖνος ἡλίου, εἶχον ρεύσει διὰ τῆς καπνοδόχου. Ὁ Γέρος, ὅστις ἦτο ἑπταέτης μόλις, ἔτοιμος νὰ κλαύσῃ διότι δὲν εὕρισκε ψιχίον τι πρὸς κορεσμὸν τῆς πείνης του, ἤνοιξε τὸ μόνον παράθυρον, ἔχον τριῶν σπιθαμῶν μῆκος. Ὁ οἰκίσκος ὅλος, χθαμαλός, ἡμιφάτνωτος μὲ εἶδος σοφᾶ*, εἶχεν ὕψος δύο ἴσως ὀργυιῶν ἀπὸ τοῦ ἐδάφους μέχρι τῆς ὀροφῆς.
Ὁ Γέρος ἀνεβίβασε σκαμνίον τι ἐπὶ τοῦ λιθίνου ἐρείσματος τοῦ παραθύρου, ἀνέβη ἐπὶ τοῦ σκαμνίου, ἐστηρίχθη διὰ τῆς ἀριστερᾶς ἐπὶ τοῦ παραθυροφύλλου, ἀνοικτοῦ, ἐστηλώθη μετὰ τόλμης πρὸς τὴν ὀροφήν, ἀνέτεινε τὴν δεξιάν, καὶ ἀπέσπασεν ἓν κρύσταλλον, ἐκ τῶν κοσμούντων τοὺς «σταλαμοὺς»* τῆς στέγης. Ἤρχισε νὰ τὸ ἐκμυζᾷ βραδέως καὶ ἡδονικῶς, καὶ ἔδιδε καὶ εἰς τὴν Πατρώνα νὰ φάγῃ. Ἐπείνων τὰ κακόμοιρα.
*  *  *
Ἡ γραῖα Ἀχτίτσα ἐπανῆλθε μετ᾽ ὀλίγον φέρουσα πρᾶγμά τι τυλιγμένον εἰς τὸν κόλπον της. Ὁ Γέρος, ὅστις ἐγνώριζεν ἐκ τῆς παιδικῆς του πείρας ὅτι ποτὲ ἄνευ αἰτίας δὲν ἐφούσκωναν οἱ κόλποι τῆς μάμμης του, ἀναπηδήσας ἔτρεξεν εἰς τὸ στῆθός της, ἐνέβαλε τὴν χεῖρα καὶ ἀφῆκε κραυγὴν χαρᾶς. Τεμάχιον ἄρτου εἶχεν «οἰκονομήσει» καὶ τὴν ἑσπέραν ἐκείνην ἡ καλή, καίτοι ὀλίγον τι αὐστηρὰ μάμμη, τίς οἶδεν ἀντὶ ποίων ἐξευτελισμῶν καὶ διὰ πόσων ἐκλιπαρήσεων!
Καὶ τί δὲν ἤθελεν ὑποστῆ, πρὸ ποίας θυσίας ἠδύνατο νὰ ὀπισθοδρομήσῃ, διὰ τὴν ἀγάπην τῶν δύο τούτων παιδίων, τὰ ὁποῖα ἦσαν δὶς παιδία δι᾽ αὐτήν, καθόσον ἦσαν τὰ τέκνα τοῦ τέκνου της! Ἐν τούτοις δὲν ἤθελε νὰ δεικνύῃ αὐτοῖς μεγάλην ἀδυναμίαν, καὶ «ἥμερο μάτι δὲν τοὺς ἔδιδε». Ἐκάλει τὸν ἄρρενα «Γέρον», διότι εἶχε τὸ ὄνομα τοῦ ἀληθοῦς Γέρου της, τοῦ μακαρίτου μπαρμπα-Μιχαλιοῦ, τοῦ ὁποίου τὸ ὄνομα τῆς ἐπόνει ν᾽ ἀκούσῃ ἢ νὰ προφέρῃ. Τὸ ταλαίπωρον τὸ θῆλυ τὸ ἐκάλει Πατρώνα θωπευτικῶς, καὶ ὀλίγον «σὰν ἀρχοντοξεπεσμένη ποὺ ἦτον», μὴ ἀνεχομένη ν᾽ ἀκούῃ τὸ Ἀργυρώ, τὸ ὄνομα τῆς κόρης της, ὅπερ ἐδόθη ὡς κληρονομία εἰς τὸ ὀρφανόν, λεχοῦς θανούσης ἐκείνης. Πλὴν τοῦ ὑποκορισμοῦ τούτου, οὐδεμίαν ἄλλην ἐπιδεικτικὴν τρυφερότητα ἀπένεμεν εἰς τὰ δύο πτωχὰ πλάσματα, ἀλλὰ μᾶλλον πρακτικὴν ἀγάπην καὶ προστασίαν.
Ἡ ταλαίπωρος γραῖα ἔστρωσε διὰ τὰ δύο ὀρφανά, ἵνα κοιμηθῶσιν, ἀνεκλίθη καὶ αὐτὴ πλησίον των, τοῖς εἶπε νὰ φυσήσουν ὑποκάτωθεν τοῦ σκεπάσματός των διὰ νὰ ζεσταθοῦν, τοῖς ὑπεσχέθη ψευδομένη, ἀλλ᾽ ἐλπίζουσα νὰ ἐπαληθεύσῃ, ὅτι αὔριον ο Χριστὸς θὰ φέρῃ ξύλα καὶ ψωμὶ καὶ μίαν χύτραν κοχλάζουσαν ἐπὶ τοῦ πυρός, καὶ ἔμεινεν ἄυπνος πέραν τοῦ μεσονυκτίου, ἀναλογιζομένη τὴν πικρὰν τύχην της.
*  *  *
Τὸ πρωί, μετὰ τὴν λειτουργίαν (ἦτο ἡ παραμονὴ τῶν Χριστουγέννων) ὁ παπα-Δημήτρης, ὁ ἐνορίτης της, ἐπαρουσιάσθη αἴφνης εἰς τὴν θύραν τοῦ πενιχροῦ οἰκίσκου:
―  Καλῶς τὰ ᾽δέχθης, τῆς εἶπε μειδιῶν.
«Καλῶς τὰ ᾽δέχθη» αὐτή! Καὶ ἀπὸ ποῖον ἐπερίμενε τίποτε;
―Ἔλαβα ἕνα γράμμα διὰ σέ, Ἀχτίτσα, προσέθηκεν ὁ γέρων ἱερεύς, τινάσσων τὴν χιόνα ἀπὸ τὸ ράσον καὶ τὸ σάλι του.
―Ὁρίστε, δέσποτα! Καὶ μακάρι ἔχω τὴ φωτιά, ἐψιθύρισε πρὸς ἑαυτήν, ἢ τὸ γλυκὸ καὶ τὸ ρακὶ νὰ τὸν φιλέψω;
Ο ἱερεὺς ἀνέβη τὴν τετράβαθμον κλίμακα καὶ ἐλθὼν ἐκάθισεν ἐπὶ τοῦ σκαμνίου. Ἠρεύνησε δὲ εἰς τὸν κόλπον του καὶ ἐξήγαγε μέγαν φάκελον μὲ πολλὰς καὶ ποικίλας σφραγῖδας καὶ γραμματόσημα.
―  Γράμμα, εἶπες, παπά; ἐπανέλαβεν ἡ Ἀχτίτσα, μόλις τότε ἀρχίσασα νὰ ἐννοῇ τί τῆς ἔλεγεν ὁ ἱερεύς.
Ὁ φάκελος, ὃν εἶχεν ἐξαγάγει ἐκ τοῦ κόλπου του, ἐφαίνετο ἀνοικτὸς ἀπὸ τὸ ἓν μέρος.
― Ἀπόψε ἔφθασε τὸ βαπόρι, ἐπανέλαβεν ὁ ἐφημέριος, ἐμένα μοῦ τὸ ἔφεραν τώρα, μόλις ἐβγῆκα ἀπὸ τὴν ἐκκλησίαν.
Καὶ ἐνθεὶς τὴν χεῖρα ἔσω τοῦ φακέλου ἐξήγαγε διπλωμένον χαρτίον.
―  Τὸ γράμμα εἶναι πρὸς ἐμέ, προσέθηκεν, ἀλλὰ σὲ ἀποβλέπει.
―Ἐμένα; ἐμένα; ἐπανελάμβανεν ἔκπληκτος ἡ γραῖα.
Ὁ παπα-Δημήτρης ἐξεδίπλωσε τὸ χαρτίον.
―  Εἶδεν ὁ Θεὸς τὸν πόνον σου καὶ σοῦ στέλλει μικρὰν βοήθειαν, εἶπεν ὁ ἀγαθὸς ἱερεύς. Ὁ γυιός σου σοῦ γράφει ἀπὸ τὴν Ἀμερικήν.
― Ἀπ᾽ τὴν Ἀμέρικα; Ὁ Γιάννης! Ὁ Γιάννης μὲ θυμήθηκεν; ἀνέκραξεν περιχαρής, ποιοῦσα τὸ σημεῖον τοῦ Σταυροῦ ἡ γραῖα.
Καὶ εἶτα προσέθηκε:
―  Δόξα σοι, ὁ Θεός!
Ὁ ἱερεὺς ἔβαλε τὰ γυαλιά του καὶ ἐδοκίμασε ν᾽ ἀναγνώσῃ:
―  Εἶναι κακογραμμένα, ἐπανέλαβε, κ᾽ ἐγὼ δυσκολεύομαι νὰ διαβάζω αὐτὲς τὶς τζίφρες ποὺ ἔβγαλαν τώρα, ἀλλὰ θὰ προσπαθήσωμεν νὰ βγάλωμεν νόημα.
Καὶ ἤρχισε μετὰ δυσκολίας, καὶ σκοντάπτων συχνά, ν᾽ ἀναγινώσκῃ:
«Παπα-Δημήτρη, τὸ χέρι σου φιλῶ. Πρῶτον ἐρωτῶ διὰ τὸ αἴσιον, κτλ. κτλ. Ἐγὼ λείπω πολλὰ χρόνια καὶ δὲν ἠξεύρω αὐτοῦ τί γίνονται, οὔτε ἂν ζοῦν ἢ ἀπέθαναν. Εἶμαι εἰς μακρινὸν μέρος, πολὺ βαθιὰ εἰς τὸν Παναμᾶ, καὶ δὲν ἔχω καμμίαν συγκοινωνίαν μὲ ἄλλους πατριῶτες ποὺ εὑρίσκονται εἰς τὴν Ἀμερικήν. Πρὸ τριῶν χρόνων ἐντάμωσα τὸν (δεῖνα) καὶ τὸν (δεῖνα), ἀλλὰ καὶ αὐτοὶ ἔλειπαν χρόνους πολλούς, καὶ δὲν ἤξευραν τί γίνεται εἰς τὸ σπίτι μας.
»Ἐὰν ζῇ ὁ πατέρας ἢ ἡ μητέρα μου, εἰπέ τους νὰ μὲ συγχωρήσουν, διότι διὰ καλὸ πάντα πασχίζει ὁ ἄνθρωπος, καὶ εἰς κακὸ πολλὲς φορὲς βγαίνει. Ἐγὼ ἀρρώστησα δύο φορὲς ἀπὸ κακὲς ἀσθένειες τοῦ τόπου ἐδῶ, καὶ ἔκαμα πολὺν καιρὸν εἰς τὰ σπιτάλια. Τὰ ὅ,τι εἶχα καὶ δὲν εἶχα ἐπῆγαν εἰς τὴν ἀσθένειαν καὶ μόλις ἐγλύτωσα τὴν ζωήν μου. Εἶχα ὑπανδρευθῆ πρὸ δέκα χρόνων, κατὰ τὴν συνήθειαν τοῦ τόπου ἐδῶ, ἀλλὰ τώρα εἶμαι ἀπόχηρος, καὶ ἄλλο καλύτερον δὲν ζητῶ παρὰ τὸ νὰ πιάσω ὀλίγα χρήματα νὰ ἔλθω εἰς τὴν πατρίδα, ἂν προφθάσω τοὺς γονεῖς μου νὰ μ᾽ εὐλογήσουν. Καὶ νὰ μὴν ἔχουν παράπονο εἰς ἐμέ, διότι ἔτσι θέλει ὁ Θεός, καὶ δὲν ἠμποροῦμε ἡμεῖς νὰ πᾶμε κόντρα. Καὶ νὰ μὴ βαρυγνωμοῦν, διότι ἂν δὲν εἶναι θέλημα Θεοῦ, δὲν ἠμπορεῖ ἄνθρωπος νὰ προκόψῃ.
»Σοῦ στέλνω ἐδῶ ἐσωκλείστως ἕνα συνάλλαγμα ἐπ᾽ ὀνόματί σου, νὰ ὑπογράψῃς ἡ ἁγιωσύνη σου, καὶ νὰ φροντίσουν νὰ τὸ ἐξαργυρώσουν ὁ πατέρας ἢ ἡ μητέρα ἐὰν ζοῦν. Καὶ ἄν, ὃ μὴ γένοιτο, εἶναι ἀποθαμένοι, νὰ τὸ ἐξαργυρώσῃς ἡ ἁγιωσύνη σου, νὰ δώσῃς εἰς κανένα ἀδελφόν μου, ἐὰν εἶναι αὐτοῦ, ἢ εἰς κανὲν ἀνίψι μου καὶ εἰς ἄλλα πτωχά. Καὶ νὰ κρατήσῃς καὶ ἡ ἁγιωσύνη σου, ἐὰν οἱ γονεῖς μου εἶναι ἀποθαμένοι, ἓν μέρος τοῦ ποσοῦ αὐτοῦ διὰ τὰ σαρανταλείτουργα…»
Πολλὰ ἔλεγεν ἡ ἐπιστολὴ αὕτη καὶ ἓν σπουδαῖον παρέλειπε. Δὲν ἀνέφερε τὸ ποσὸν τῶν χρημάτων, δι᾽ ὅσα ἦτο ἡ συναλλαγματική. Ὁ παπα-Δημήτρης παρατηρήσας τὸ πρᾶγμα, ἐξέφερε τὴν εἰκασίαν, ὅτι ὁ γράψας τὴν ἐπιστολήν, λησμονήσας, νομίζων ὅτι εἶχεν ὁρίσει τὸ ποσὸν τῶν χρημάτων παραπάνω, ἐνόμισε περιττὸν νὰ τὸ ἐπαναλάβῃ παρακατιών, διὸ καὶ ἔλεγε «τοῦ ποσοῦ αὐτοῦ».
Ἐν τούτοις ἄφατος ἦτο ἡ χαρὰ τῆς Ἀχτίτσας, λαβούσης μετὰ τόσα ἔτη εἰδήσεις περὶ τοῦ υἱοῦ της. Ὡς ὑπὸ τέφραν κοιμώμενος ἀπὸ τόσων ἐτῶν, ὁ σπινθὴρ τῆς μητρικῆς στοργῆς ἀνέθορεν ἐκ τῶν σπλάγχνων εἰς τὸ πρόσωπόν της καὶ ἡ γεροντική, ρικνή, καὶ ἐρρυτιδωμένη ὄψις της ἠγλαΐσθη μὲ ἀκτῖνα νεότητος καὶ καλλονῆς.
Τὰ δύο παιδία, ἂν καὶ δὲν ἐνόουν περὶ τίνος ἐπρόκειτο, ἰδόντα τὴν χαρὰν τῆς μάμμης των, ἤρχισαν νὰ χοροπηδῶσι.
*  *  *
Ὁ κὺρ Μαργαρίτης δὲν ἦτο ἰδίως προεξοφλητής, ἢ τοκιστής, ἢ ἔμπορος, ἦτο ὅλα αὐτὰ ὁμοῦ. Ἕνα φόρον ἐπιτηδεύματος ἐπλήρωνεν, ἀλλ᾽ ἔκαμνε τρεῖς τέχνας.
Ἡ γραῖα Ἀχτίτσα, εἰς φοβερὰν διατελοῦσα ἔνδειαν, ἔλαβε τὸ παρὰ τοῦ υἱοῦ της ἀποσταλὲν γραμμάτιον, ἐφ᾽ οὗ ἐφαίνοντο γράμματα κόκκινα καὶ μαῦρα, ἄλλα ἔντυπα καὶ ἄλλα χειρόγραφα, ἐξ ὧν δὲν ἐνόει τίποτε οὔτε ὁ γηραιὸς ἐφημέριος οὔτε αὐτή, καὶ μετέβη εἰς τὸ μαγαζὶ τοῦ κὺρ Μαργαρίτη.
Ὁ κὺρ Μαργαρίτης ἐρρόφησε δραγμίδα ταμβάκου, ἐτίναξε τὴν βράκαν του, ἐφ᾽ ἧς ἔπιπτε πάντοτε μέρος ταμβάκου, κατεβίβασε μέχρι τῶν ὀφρύων τὴν σκούφιαν του, ἔβαλε τὰ γυαλιά του, καὶ ἤρχισε νὰ ἐξετάζῃ διὰ μακρῶν τὸ γραμμάτιον.
―Ἔρχεται ἀπ᾽ τὴν Ἀμέρικα; εἶπε. Σ᾽ ἐθυμήθηκε, βλέπω, ὁ γυιός σου. Μπράβο, χαίρομαι.
Εἶτα ἐπανέλαβεν:
―Ἔχει τὸν ἀριθμὸν 10, ἀλλὰ δὲν ξέρομε τί εἴδους μονέδα νὰ εἶναι, δέκα σελλίνια, δέκα ρούπιες, δέκα κολωνᾶτα ἢ δέκα…
Διεκόπη. Παρ᾽ ὀλίγον θὰ ἔλεγε «δέκα λίρες».
―  Νὰ φωνάξουμε τὸ δάσκαλο, ἐμορμύρισεν ὁ κὺρ Μαργαρίτης, ἴσως ἐκεῖνος ξεύρῃ νὰ τὸ διαβάσῃ. Τί γλῶσσα νὰ εἶναι τάχα;
Ὁ ἑλληνοδιδάσκαλος, ὅστις ἐκάθητο βλέπων τοὺς παίζοντας τὸ κιάμο εἰς παράπλευρον καφενεῖον, παρακληθεὶς μετέβη εἰς τὸ μαγαζὶ τοῦ κὺρ Μαργαρίτη. Εἰσῆλθεν, ὀρθός, δύσκαμπτος, ἔλαβε τὸ γραμμάτιον, παρεκάλεσε τὸν κὺρ Μαργαρίτην νὰ τὸν δανείσῃ τὰ γυαλιά του, καὶ ἤρχισε νὰ συλλαβίζῃ τοὺς λατινικοὺς χαρακτῆρας:
―  Πρέπει νὰ εἶναι ἀγγλικά, εἶπεν, ἐκτὸς ἂν εἶναι γερμανικά. Ἀπὸ ποῦ ἔρχεται αὐτὸ τὸ δελτάριον;
― Ἀπ᾽ τὴν Ἀμέρικα, κὺρ δάσκαλε, εἶπεν ἡ θεια-Ἀχτίτσα.
― Ἀπὸ τὴν Ἀμερικήν; τότε θὰ εἶναι ἀγγλικόν.
Καὶ ταῦτα λέγων προσεπάθει νὰ συλλαβίσῃ τὰς λέξεις ten pounds sterling*, ἃς ἔφερε χειρογράφους ἡ ἐπιταγή.
―  Sterling, εἶπε· sterling θὰ σημαίνῃ τάλληρον, πιστεύω. Ἡ λέξις φαίνεται νὰ εἶναι τῆς αὐτῆς ἐτυμολογίας, ἀπεφάνθη δογματικῶς.
Καὶ ἐπέστρεψε τὸ γραμμάτιον εἰς χεῖρας τοῦ κὺρ Μαργαρίτη.
―  Αὐτὸ θὰ εἶναι, εἶπε, καὶ ἐπειδὴ ὑπάρχει ἐπὶ τῆς κεφαλίδος ὁ ἀριθμὸς 10, θὰ εἶναι χωρὶς ἄλλο γραμμάτιον διὰ δέκα τάλληρα. Τὸ κάτω-κάτω, ὀφείλω νὰ σᾶς εἴπω ὅτι δὲν γνωρίζω ἀπὸ χρηματιστικά. Εἰς ἄλλα ἡμεῖς ἀσχολούμεθα, οἱ ἄνθρωποι τῶν γραμμάτων.
Καὶ τοῦτο εἰπών, ἐπειδὴ ᾐσθάνθη ψῦχος εἰς τὸ κατάψυχρον καὶ πλακόστρωτον μαγαζεῖον τοῦ κὺρ Μαργαρίτη, ἐπέστρεψεν εἰς τὸ καφενεῖον, ἵνα θερμανθῇ.
*  *  *
Ὁ κὺρ Μαργαρίτης εἶχεν ἀρχίσει νὰ τρίβῃ τὰς χεῖρας, καὶ κάτι ἐφαίνετο σκεπτόμενος.
―  Τώρα, τί τὰ θέλεις, εἶπε στραφεὶς πρὸς τὴν γραῖαν, οἱ καιροὶ εἶναι δύσκολοι, μεγάλα κεσάτια. Νὰ τὸ πάρω, νὰ σοῦ τὸ ἐξαργυρώσω, ξέρω πὼς εἶναι σίγουρος ὁ παράς μου, ξέρω ἂν δὲν εἶναι καὶ ψεύτικο; Ἀπὸ κεῖ κάτω, ἀπ᾽ τὸν χαμένον κόσμον, περιμένεις ἀλήθεια; Ὅλες οἱ ψευτιές, οἱ καλπουζανιὲς ἀπὸ κεῖ μᾶς ἔρχονται. Γυρίζουν τόσα χρόνια, οἱ σουρτούκηδες (μὲ συγχωρεῖς, δὲν λέγω τὸ γυιό σου) ἐκεῖ ποὺ ψένει ὁ ἥλιος τὸ ψωμί, καὶ δὲν νοιάζονται νὰ στείλουν ἕναν παρά, ἕνα σωστὸν παρά, μοναχὰ στέλνουν παλιόχαρτα.
Ἔφερε δύο βόλτες περὶ τὸ τεράστιον λογιστήριόν του, καὶ ἐπανέλαβε:
―  Καὶ δὲν εἶναι μικρὸ πρᾶγμα αὐτό, νὰ σὲ χαρῶ, εἶναι δέκα τάλλαρα! Νὰ εἶχα δέκα τάλλαρα ἐγώ, παντρευόμουνα.
Εἶτα ἐξηκολούθησε:
―  Μὰ τί νὰ σοῦ πῶ, σὲ λυποῦμαι, ποὺ εἶσαι καλὴ γυναίκα, κ᾽ ἔχεις κ᾽ ἐκεῖνα τὰ ὀρφανά. Νὰ κρατήσω ἐγὼ ἑνάμισυ τάλλαρο διὰ τοὺς κινδύνους ποὺ τρέχω καὶ γιὰ τὰ ὀχτώμισυ πλιά… Καὶ γιὰ νά ᾽μαστε σίγουροι, μὴ γυρεύῃς κολωνᾶτα, νὰ σοῦ δώσω πεντόφραγκα, γιὰ νά ᾽μαστε μέσα. Ὀχτώμισυ πεντόφραγκα λοιπόν… Ἄ! ξέχασα!…
Τοὐναντίον, δὲν εἶχε ξεχάσει· ἀπ᾽ ἀρχῆς τῆς συνεντεύξεως αὐτὸ ἐσκέπτετο.
―Ὁ συχωρεμένος ὁ Μιχαλιὸς κάτι ἔκανε νὰ μοῦ δίνῃ, δὲν θυμοῦμαι τώρα…
Καὶ ἐπέστρεψεν εἰς τὸ λογιστήριόν του:
―  Μὰ κ᾽ ἐκεῖνος ὁ τελμπεντέρης ὁ γαμπρός σου, μοῦ ἔφαγε δύο τάλλαρα θαρρῶ.
Καὶ ὡπλίσθη μὲ τὸ πελώριον κατάστιχόν του:
―  Εἶναι δίκιο νὰ τὰ κρατήσω… ἐσένα, ὅσα σοῦ δώσω, θὰ σοῦ φανοῦν χάρισμα.
Ἤνοιξε τὸ κατάστιχον.
Αἱ κατάπυκνοι καὶ μαυροβολοῦσαι σελίδες τοῦ καταστίχου τούτου ὡμοίαζον μὲ πίονας ἀγρούς, μὲ γῆν ἀγαθήν. Ὅ,τι ἔσπειρέ τις ἐν αὐτῷ, ἐκαρποφόρει πολλαπλασίως.
Ἦτο ὡς νὰ ἔκοπτέ τις τὰ φύλλα τοῦ δενδρυλλίου, ἑκάστοτε ὅτε ἐγίνετο ἐξόφλησις κονδυλίου τινός, ἀλλ᾽ ἡ ρίζα ἔμενεν ὑπὸ τὴν γῆν, μέλλουσα καὶ πάλιν ν᾽ ἀναβλαστήσῃ.
Ὁ κὺρ Μαργαρίτης εὗρε παρευθὺς τοὺς δύο λογαριασμούς.
―Ἐννιὰ καὶ δεκαπέντε μοῦ χρωστοῦσεν ὁ μακαρίτης ὁ ἄντρας σου, εἶπε· καὶ δύο τάλλαρα δανεικὰ κι ἀγύριστα τοῦ γαμπροῦ σου γίνονται…
Καὶ λαβὼν κάλαμον ἤρχισε νὰ ἐκτελῇ τὴν πρόσθεσιν πρῶτον καὶ τὴν ἀναγωγὴν τῶν ταλλήρων εἰς δραχμάς, εἶτα τὴν ἀφαίρεσιν ἀπὸ τοῦ ποσοῦ τῶν δέκα γαλλικῶν ταλλήρων.
―  Κάνει νὰ σοῦ δίνω… ἤρχισε νὰ λέγῃ ὁ κὺρ Μαργαρίτης.
Τῇ στιγμῇ ἐκείνη εἰσῆλθε νέον πρόσωπον.
*  *  *
Ἦτο ἔμπορος Συριανός, παρεπιδημῶν δι᾽ ὑποθέσεις εἰς τὴν μικρὰν νῆσον.
Ἅμα εἰσελθὼν διηυθύνθη μετὰ μεγίστης ἐλευθερίας καὶ θάρρους εἰς τὸ λογιστήριον, ὅπου ἵστατο ὁ κὺρ Μαργαρίτης.
―  Τί ἔχουμε κὺρ Μαργαρίτη;… Τ᾽ εἶν᾽ αὐτό; εἶπεν ἰδὼν πρόχειρον ἐπὶ τοῦ λογιστηρίου τὸ γραμμάτιον τῆς πτωχῆς χήρας.
Καὶ λαβὼν τοῦτο εἰς χεῖρας:
―  Συναλλαγματικὴ διὰ δέκα ἀγγλικὰς λίρας ἀπὸ τὴν Ἀμερικήν, εἶπε καθαρᾷ τῇ φωνῇ. Ποῦ εὑρέθη ἐδῶ; Κάμνεις καὶ τέτοιες δουλειές, κὺρ Μαργαρίτη;
―  Γιὰ δέκα λίρες! ἐπανέλαβεν αὐθορμήτως ἡ θεια-Ἀχτίτσα ἀκούσασα εὐκρινῶς τὴν λέξιν.
―  Ναί, διὰ δέκα ἀγγλικὰς λίρας, εἶπε καὶ πάλιν στραφεὶς πρὸς αὐτὴν ὁ Ἑρμουπολίτης. Μήπως εἶναι δικό σου;
―  Μάλιστα.
Ἡ θεια-Ἀχτίτσα, ἐν καταφάσει, ἔλεγε πάντοτε ναί, ἀλλὰ νῦν ἠπόρει καὶ αὐτὴ πῶς εἶπε μάλιστα, καὶ ποῦ εὗρε τὴν λέξιν ταύτην.
―  Γιὰ δέκα ναπολεόνια θὰ εἶναι ἴσως, εἶπε δάκνων τὰ χείλη ὁ κὺρ Μαργαρίτης.
―  Σοῦ λέγω διὰ δέκα ἀγγλικὰς λίρας, ἐπανέλαβε καὶ αὖθις ὁ Συριανὸς ἔμπορος. Παίρνεις ἀπὸ λόγια;
Καὶ ἔρριψε δεύτερον μακρὸν βλέμμα ἐπὶ τοῦ γραμματίου:
―  Εἶναι σίγουρος παράς, ἀρζὰν-κοντάν*, σοῦ λέγω. Θὰ τὸ ἐξοφλήσῃς, ἢ τὸ ἐξοφλῶ ἀμέσως;
Καὶ ἔκαμε κίνημα νὰ ἐξαγάγῃ τὸ χρηματοφυλάκιόν του.
―  Μπορεῖ νὰ τὸ πάρῃ κανεὶς γιὰ ἐννέα λίρες… γαλλικές, εἶπε διστάζων ὁ κὺρ Μαργαρίτης.
―  Γαλλικές; Τὸ παίρνω ἐγὼ διὰ ἐννιὰ ἀγγλικές.
Καὶ στρέψας ὄπισθεν τὸ φύλλον τοῦ χάρτου, εἶδε τὴν ὑπογραφὴν ἣν εἶχε βάλει ὁ ἀγαθὸς ἱερεύς, παρέβαλεν αὐτὴν μὲ τὸ ὄνομα τὸ φερόμενον ἐν τῷ κειμένῳ, καὶ τὴν εὗρε σύμφωνον.
Καὶ ἀνοίξας τὸ χρηματοφυλάκιον ἐμέτρησεν εἰς τὴν χεῖρα τῆς θεια-Ἀχτίτσας καὶ πρὸ τῶν ἐκθάμβων ὀφθαλμῶν αὐτῆς ἐννέα στιλπνοτάτας ἀγγλικὰς λίρας.
Καὶ ἰδοὺ διατί ἡ πτωχὴ γραῖα ἐφόρει τῇ ἡμέρᾳ τῶν Χριστουγέννων καινουργῆ «ἄδολην»* μανδήλαν, τὰ δὲ δύο ὀρφανὰ εἶχον καθαρὰ ὑποκαμισάκια διὰ τὰ ἰσχνὰ μέλη των καὶ θερμὴν ὑπόδεσιν διὰ τοὺς παγωμένους πόδας των.

                                                                        Τέλος

Σάββατο 12 Δεκεμβρίου 2020

*Νέα Δημοκρατία είναι το σύστημα με το οποίο οι ολιγώτεροι και οι επώνυμοι καθοδηγούν αντί να καταδημαγωγούν, εκπροσωπούν αντί να καταδυναστεύουν - και σε τελική ανάλυση υπηρετούν - και περισσότερους και ανωνύμους...μερος 2ο














* αποσπασμα απο την ΙΔΡΥΤΙΚΗ ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ της ΝΔ
   με την υπογραφη του Κωνσταντινου Καραμανλη.

   διαβαστε την και ολοκληρη:
   https://nd.gr/idrytiki-diakiryxi

   ξεκαθαρα πραγματα 
   που δεν επιδεχονται
   ουτε ερμηνειες
   ουτε παρερμηνειες
   ουτε μεθερμηνειες

   οποιος κι αν εισαι
   ο,τι κι αν εισαι
   καθιστασαι υπο των αξιων της διακηρυξης
   και οφειλεις να πορευεσαι και να καθοδηγεις
   καθοδηγουμενος απο αυτες

   αλλοιως, δεν κανεις
   δεν μου κανεις
   δεν μας κανεις

   
   
   
 


Παρασκευή 30 Οκτωβρίου 2020

"...Νέα Δημοκρατία* είναι η πολιτική παράταξις του ταυτίζει το Έθνος με τον Λαόν, την Πατρίδα με τους Ανθρώπους της, την Πολιτεία με τους Πολίτες της, την Εθνική Ανεξαρτησία με την Λαϊκή Κυριαρχία, την Πρόοδο με το Κοινό Αγαθό, την Πολιτική Ελευθερία με την Έννομη Τάξη και την Κοινωνική Δικαιοσύνη."...μερος 1ο













* αποσπασμα απο την ΙΔΡΥΤΙΚΗ ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ της ΝΔ
   με την υπογραφη του Κωνσταντινου Καραμανλη.

   διαβαστε την και ολοκληρη:

Το μέγα θέμα της εποχής μας είναι η δημοκρατία. Όλοι μιλούν περί δημοκρατίας, ολίγοι όμως την καταλαβαίνουν˙ και ολιγότεροι έχουν τη θέληση και την ικανότητα να την εφαρμόζουν.

Από τις 140 χώρες που υπάρχουν στο κόσμο, μόνον 19 έχουν πραγματική δημοκρατία. Τούτο σημαίνει ότι αυτό το θαυμάσιο και ευαίσθητο πολίτευμα είναι δύσκολο στην εφαρμογή του. Και προϋποθέτει ειδικές συνθήκες, χωρίς τις οποίες δεν ημπορεί να ανθίσει και να καρποφορήσει.

Δημοκρατία θα ήθελαν να έχουν όλοι οι λαοί. Αλλά δεν την έχουν παρά μόνο εκείνοι που, εκτός από την συνειδητοποίηση των προτερημάτων της, σέβονται και τους όρους της λειτουργίας της.

Η Νεωτέρα Ελλάς υιοθέτησε την δημοκρατία ως σύστημα διακυβερνήσεως. Και ήτο φυσικόν, αφού γεννήθηκε στον τόπο μας. Ελειτούργησε όμως ατελώς και παρουσίασε συχνές και μακρές διαλείψεις. Αλλεπάλληλα υπήρξαν τα κινήματα, οι επαναστάσεις, οι δικτατορίες, οι μεταπολιτεύσεις, οι εμφύλιοι πόλεμοι. Αντιθέτως ολίγες και βραχείες υπήρξαν αι περίοδοι της δημοκρατικής διακυβερνήσεως της χώρας - φωτεινά διαλείμματα στην ταραγμένη ιστορία της συγχρόνου Ελλάδος.

Αν δεν ελειτούργησε ομαλά η δημοκρατία στην Ελλάδα, αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι έλειψαν ή δεν μπόρεσαν να δημιουργηθούν οι όροι της υπάρξεώς της. Οι όροι Δε αυτοί είναι το ήπιο πολιτικό κλίμα, τα ήμερα πολιτικά ήθη και θεσμοί που να προσαρμώζονται στις ιδιαίτερες συνθήκες του τόπου μας.

Οι Έλληνες έχουν την γεύση όλων των πολιτικών καταστάσεων. Γεύση τόσο πικρή, που να μη συγχωρεί καινούργια σφάλματα και πλάνες. Ήδη εισερχόμεθα σε νέα περίοδο της εθνικής μας ζωής. Και οφείλουμε, με την πείρα του παρελθόντος, να δημιουργήσουμε τις αναγκαίες προϋποθέσεις για να αποκτήσωμε, επί τέλους, μίαν υγιά και βιώσιμη δημοκρατία.

Αν δεν αξιοποιήσωμε τώρα την μοναδική αυτήν ευκαιρία, ματαίως θα αναζητούμε άλλη στο μέλλον. Η πρώτη πάντως φάσις δικαιολογεί αισιοδοξία.

Εγγίζει, πράγματι, τα όρια του πολιτικού θαύματος αυτό που με την συμπαράσταση του λαού συνέβη στην Ελλάδα, μέσα στους δύο τελευταίους μήνες. Διότι η μετάβαση από την δικτατορία στην ελευθερία έγινε με τρόπον ανώδυνο, ενώ πολλοί ανέμεναν ότι θα γίνη με τρόπον αιματηρό, με αδελφοκτόνο σπαραγμό. Πολλοί επίσης επίστευαν ότι θα ήταν βραδεία και οδυνηρά η αποδιοργάνωση του μηχανισμού της τυραννίας και η διαδικασία για την επάνοδο στην δημοκρατία. Και όμως και αυτό έγινε μέσα στους δύο αυτούς μήνες.

Το σπουδαίο όμως αυτό έργο, που συνετελέσθη ταχύτατα και μεθοδικά, δεν σημαίνει ότι έλυσε κατά κάποιο τρόπον ασφαλή και μόνιμο το πρόβλημα της ελληνικής δημοκρατίας. Κίνδυνοι υπάρχουν πάντοτε. Και θα απαιτηθή η επαγρύπνησις αλλά και η συσπείρωσις του λαού σε ισχυρούς πολιτικούς σχηματισμούς, ικανούς να προστατεύσουν την δημοκρατία, όχι μόνον από τον κομμουνισμό και φασισμό, αλλά και από τα αίτια που προκάλεσαν στο παρελθόν την πτώση της.

Γι’ αυτόν ακριβώς τον εθνικό σκοπό εθεώρησα καθήκον μου να δημιουργήσω μιαν ευρεία και ζωντανή πολιτική παράταξη - την Νέα Δημοκρατία.

Νέα Δημοκρατία στηρίζεται στη διαπίστωση - πικρά βιωμένη από τους παλαιότερους και έντονα αισθητή από τους νεώτερους - ότι μια καινούργια πολιτική ζωή είναι αναγκαία για την επιβίωση, την πρόοδο και την ευτυχία της Ελλάδος. Έχει για βάση την πείρα του παρελθόντος και σαν όραμα ένα καλύτερο και ασφαλέστερο μέλλον.

Η παράταξις της Νέας Δημοκρατίας συγκροτείτε από έμπειρες και υγιείς, αλλά και από νέες προοδευτικές και ριζοσπαστικές πολιτικές δυνάμεις συντονισμένες στον ίδιο σκοπό: Να κάμουν στην Ελλάδα πράξη την επωνυμία της παρατάξεως - να δώσουν στη χώρα μια νέα δημοκρατία.

Νέα Δημοκρατία είναι η πολιτική παράταξις του ταυτίζει το Έθνος με τον Λαόν, την Πατρίδα με τους Ανθρώπους της, την Πολιτεία με τους Πολίτες της, την Εθνική Ανεξαρτησία με την Λαϊκή Κυριαρχία, την Πρόοδο με το Κοινό Αγαθό, την Πολιτική Ελευθερία με την Έννομη Τάξη και την Κοινωνική Δικαιοσύνη.

Νέα Δημοκρατία είναι το σύστημα με το οποίο οι ολιγώτεροι και οι επώνυμοι καθοδηγούν αντί να καταδημαγωγούν, εκπροσωπούν αντί να καταδυναστεύουν - και σε τελική ανάλυση υπηρετούν - και περισσότερους και ανωνύμους.

Νέα Δημοκρατία είναι η κίνηση που επιλέγει και συντηρεί από την παράδοση μόνον όσα ο χρόνος απέδειξε σωστά και χρήσιμα. Και προχωρεί διαρκώς με μεγάλα, τολμηρά αλλά και ασφαλή βήματα στις νέες διαρκώς εξελισσόμενες συνθήκες.

Νέα Δημοκρατία είναι η πολιτική παράταξις που αγνοεί τις διενέξεις και τους διχασμούς του παρελθόντος - που τόσα δεινά επεσώρευσαν στον τόπο μας - και προσανατολίζεται στα ευρύτερα δυνατά σχήματα εθνικής ενότητος.

Η παράταξις της Νέας Δημοκρατίας ζητεί για την πραγματοποίηση των σκοπών της την συνεργασία του ελληνικού λαού και ιδιαίτερα της νέας γενιάς.

Και υπόσχεται:

-Ότι θα υπηρετεί πάντα και μόνο τα αληθινά συμφέροντα του έθνους, που βρίσκονται πέρα και πάνω από τις παραπλανητικές ετικέτες της Δεξιάς, του Κέντρου και της Αριστεράς.

-Ότι θα θεωρεί πάντα όλους τους Έλληνες όχι μόνο ίσους απέναντι των νόμων, αλλά και με ίσα δικαιώματα απέναντι των βιωτικών ευκαιριών και των δυνατοτήτων που διανοίγει ο πολιτικός, οικονομικός και κοινωνικός βίος.

-Ότι θα αφιερώσει όλες τις δυνάμεις - την πείρα, τις γνώσεις και τον ενθουσιασμό των παλαιότερων και των νεωτέρων στελεχών - για την ταχύρρυθμη ανάπτυξη της Ελλάδος σε όλους τους τομείς.

-Ότι η ελεύθερη οικονομία στην οποία πιστεύει η Νέα Δημοκρατία δεν ημπορεί να αποκλείσει την διεύρυνση του οικονομικού τομέως τον οποίο ελέγχει το κράτος. Και η ιδιωτική πρωτοβουλία δεν ημπορεί να βρει την δικαίωσή της χωρίς παράλληλη συμμετοχή των ευρυτέρων λαϊκών τάξεων στην κατανομή του εθνικού προϊόντος. Κάθε πολίτης της χώρας αυτής πρέπει να γίνει εργάτης μαζί και νομεύς της οικονομικής ευημερίας και να αισθάνεται ήσυχος για το μέλλον του και για το μέλλον των παιδιών του.

-Ότι θα ανανεώνεται διαρκώς από τις νέες δυνάμεις της χώρας, τις οποίες θεωρεί πάντα προνομιούχες, γιατί εμφανίζουν αμεσώτερα τον παλμό της εποχής μας.

-Ότι θα επενδύσει όχι μόνον από το περίσσευμα αλλά και από το υστέρημα του εθνικού πλούτου στην παιδεία, την επιμόρφωση και την επιστημονική έρευνα, γιατί πιστεύει ότι οι πνευματικές και πολιτιστικές αξίες είναι αυτές που προσδιορίζουν μονιμώτερα την μοίρα του Ελληνικού Έθνους.

-Ότι δεν θα φεισθεί κόπων και θυσιών για να καταστήσει την Ελλάδα ισχυρή και απρόσβλητη. Με εκσυγχρονισμένες τις Ένοπλες Δυνάμεις η ανεξαρτησία της Ελλάδος θα κατοχυρωθεί. Και θα είναι σεβαστή από όλους, χωρίς την ανάγκη άλλων προστατών εκτός από τους συλλογικούς οργανισμούς στους οποίους θα μετέχει με την ελεύθερη βούλησή της και σύμφωνα με τα πάγια συμφέροντα του Ελληνισμού, στα οποία περιλαμβάνεται και η μοίρα της Κύπρου.

-Ότι θα αγωνισθεί για την πλήρη και καθολική κατοχύρωση της λαϊκής κυριαρχίας και ότι θα επιδιώξει προς τούτο την προσαρμογή του πολιτεύματος προς τις συνθήκες της ελληνικής πραγματικότητος.

Η Νέα Δημοκρατία πιστεύει ότι η Ελλάς όχι μόνο δικαιούται αλλά και ημπορεί να εξασφαλίσει την εξέχουσα θέση και την ευτυχία του λαού της μέσα στην Ευρώπη όπου ανήκει, αν επιστρατεύσει όλες τις ικανότητες και αν αξιοποίηση όλες τις αρετές του λαού της.

Ανεξάρτητα από το μέγεθος της. Η Ελλάς με την πνευματική κληρονομιά της, την ακτινοβολία του Ελληνισμού, αλλά και την ζωντάνια του λαού της ημπορεί να συμβάλει πολιτικά, ηθικά και πολιτιστικά στην πραγματοποίηση της ιδέας μιας ενωμένης Ευρώπης.

Βασική όμως προϋπόθεσις για όλα αυτά είναι η θεμελίωσις στον τόπο μας της αληθινής και συγχρόνου δημοκρατίας. Σ’ αυτήν αφιερώνεται, ολόκληρη και ομόθυμη, η μεγάλη παράταξις της Νέας Δημοκρατίας.

Καλώ όλους εκείνους που συμμερίζονται την αγωνία και τις ελπίδες μου για το μέλλον, όλους εκείνους που διακαίονται από το πόθο μιας πολιτικής αναγεννήσεως, να συστρατευθούν μαζί μας. Και απευθυνόμενος ιδιαίτερα προς τους νέους, τους καλώ να αποτελέσουν την πρωτοπορία σε αυτήν την εξόρμηση της εθνικής δημιουργίας. Για μια υπερήφανη και ευτυχισμένη Ελλάδα!


                                                                                              ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ

και αφου την διαβασατε
αναλογιστετε
τι σχεση εχει το σημερινο κυβερνητικο κομμα
με τις αρχες της διακηρυξης
και τα πιστευω του ΙΔΡΥΤΗ της.
....................................................................................

συνεχεια (ανα κεφαλαιο) στο 2ο μερος

Σάββατο 24 Οκτωβρίου 2020

η EUROSTAT διαψευδει την κυβερνηση...διψηφια η ποσοστιαια (+10,5%) αυξηση (επι του ακαθαριστου εθνικου προϊοντος), του δημοσιου χρεους απο α' τριμηνο σε β΄τριμηνο(του 2020)...κανενας, στην κυβερνηση (και οχι μονο), δεν ειναι σε θεση να προσδιορισει την οικονομικη κατασταση της χωρας στο τελος του 2020...δυο-τρια ερωτηματα που αν μπορεις, απαντησε τα, οποιος κι αν εισαι !




 






 

συμφωνα με την Eurostat (ανακοινωση της 22/10/2020): 

...The highest ratios of government debt to GDP at the end of the secondquarter of 2020were recorded in Greece(187.4%), Italy(149.4%), Portugal(126.1%), Belgium(115.3%),France(114.1%), Cyprus(113.2%)and Spain(110.1%),and the lowest in Estonia(18.5%), Bulgaria(21.3%) and Luxembourg(23.8%).

δηλαδη:
στο δευτερο τριμηνο του 2020 η Ελλαδα κατεγραψε το μεγαλυτερο χρεος
ως προς το ακαθαριστο εθνικο προϊον (υψος χρεους: 187,4 % του ΑΕΠ)
και σε απολυτη τιμη το χρεος της χωρας ανερχεται στο ποσο των 333.739.000.000 euro
εκ των οποιων το 148,4 % επι του ακαθαριστου εθνικου προϊοντος ειναι δανεικα

οποτε:
α)... οταν το συνολικο χρεος της χωρας ειναι 333.739.000.000 eurο που αντιπροσωπευει
       το 187,4 % του ΑΕΠ, ποσο ειναι το ΑΕΠ ?
β)... οταν το συνολικο χρεος της χωρας ειναι 333.739.000.000 euro
       και τα δανεικα ειναι το 148,4 % του ΑΕΠ, ποσα ειναι τα δανεικα και ποσο το "αλλο" χρεος ?

   ...εδω σε θελω !

..........................................................................................................

α...τιθεται υπ οψη των φαφλαταδων, κυβερνητικων και μη, οτι:
     η ποσοστιαια μεταβολη (αυξηση) ανα τριμηνο
     (α τριμηνο του 2020 - β τριμηνο του 2020)
     του δημοσιου χρεους της χωρας ανερχεται στο 10,5 % του ΑΕΠ της
     οποτε, ενα ακομη ερωτημα: ποσο "μεσα μπηκαμε" στο 2ο τριμηνο του 2020 ?
                                                                        {για δις προκειται, ενταξει ?(!)}

β...βαλτο σαν τεστ στους φοιτητες σου, φιλε, και να δεις τι θα δεις !
...........................................................................................................

Πέμπτη 1 Οκτωβρίου 2020

...και το γκρι χρωμα ειναι... το θεμα ειναι ποιος γκριζαρει και τι...γιατι γκριζαρει και γιατι ΤΟ γκριζαρει...

 


 

 

 

 

γκρι, γκριζο, γκριζαρισμενο, γκριζαριστο
γκριζαρει, θα γκριζαρει
γκριζαρισε, γκριζαρε,
προς το γκρι, σκετο γκρι
γκρι τελος παντων !

ειτε σου αρεσει ειτε οχι
ειτε σου παει ειτε οχι
ειτε σε "μπιζαρει" ειτε οχι
ειτε σε αβανταρει ειτε οχι
οσες αποχρωσεις και να εχει
παλι γκρι ειναι !

μονο που καποιες φορες συμβαινει
το γκρι να ειναι αγαπημενο χρωμα
οπως λεμε αγαπημενη "σταση"
και αυτος(-η), που γι αυτον(-ην) ειναι αγαπημενο, δεν το αλλαζει με τιποτα
οπως και την "σταση"...
βρε  του κοσμου τα χρωματα στα ποδια του(της),
βρε του κοσμου οι "στασεις",
αλλαγη δεν γινεται !

και καποιες αλλες φορες
δεν γινεται (οσο και να τα θελεις) αλλαγη
το "γκρι", δηλαδη, να αλλαχθει με καποιο αλλο "χρωμα",
οπως δεν γινεται δεκτη αλλαγη
οταν αγοραζεις κατι εστω και χωρις δοκιμη

στην περιπτωση αυτη,
οπως και στις "στασεις",
το θεμα ειναι να "ξερεις τι αγοραζεις",
αφου το εχεις δοκιμασει πρωτα

...εστω κι αν ειναι κατι σαν γκρι !




 

Πέμπτη 10 Σεπτεμβρίου 2020

οι ατσιδες με τα μπλε εxουν (απ ο,τι φαινεται και οπως αυτοι το δειχνουν !) μαυρα μεσανυχτα !... και θα την πληρωσουν !!!

 


 

αλλο το ενα* και αλλο το αλλο**... πως να το κανουμε !

  ...οταν εχεις να διαχειριστεις "αξεπεραστη δυσκολια"
και ξερεις πολυ καλα το αληθινο/πραγματικο του αξεπεραστου,
πρεπει να κανεις αυτα που δεν γινονται αλλοιως,
με την απαραιτητη προυποθεση
να εχεις ξεκαθαρισει/να εχει ξεκαθαριστει οριστικα,
πριν απο καθε κινηση σου,
οτι αλλο πραγμα ειναι το "ζητουμενο"
και αλλο πραγμα ειναι το εφικτο

κι αφου διαπιστωσεις
οτι το "ζητουμενο" δεν μπορει να'ρθει κοντα σου,
θα πας εσυ σ' αυτο,
θα βρεις τροπους που θα σε φερουν
οσο το δυνατο κοντυτερα του,
μεταμορφωνοντας το σε εφικτο
ουτως ωστε αυτο που θα προκυψει
να εχει αξια, εστω και μικρη,
παρα να ειναι απαξιωμενο

ελα ντε που το γαμημενο το "ζητουμενο"
δεν ειναι μονο δικο σου (!)
αλλα ειναι κοινο ζητουμενο (χωρις εισαγωγικα)
και συμβαινει να επιθυμειται κι απο αλλον
και συμβαινει αυτο ο αλλος
να μην εχει να διαχειριστει "αξεπεραστη δυσκολια"
και μπορει να κανει πραγματα που γινονται κι αλλοιως
ετσι ωστε να κανει το "ζητουμενο" δικο του
...τοτε φιλε μου εχεις προβλημα !

αυτο που επιβαλλεται να κανεις
(πιθανον να ειναι το μονο που σου μενει)
ειναι
να ΠΡΟΣΠΑΘΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΕΦΙΚΤΟ
και οχι για το "ζητουμενο"

...ομως εσυ ρε ατσιδα δεν το εκανες !
και δεν το εκανες
και απο απερισκεψια και απο ανικανοτητα και απο αλαζονεια
και το χειροτερο
αλλα περιμενες απο αυτο του εκανες
και αλλα προεκυψαν

...και πηγαν στραφι και το "ζητουμενο" και το εφικτο !

αν "εβλεπες" αλλοιως τα πραγματα
ειτε κατι θα κερδιζες εστω και λιγο/μικρο
ειτε (εστω) κατι λιγοτερο θα εχανες

τωρα τα εχασες/τα χανεις/θα τα χασεις σχεδον ολα
και θα την πληρωσεις (ακομη δεν "εκλεισε" ο λογαριασμος !)

...καλα να παθεις !

κριμα (λεω τωρα !) στο μποϊ σου

....................................................................................................

οπου παρατατικος ή αοριστος χρονος, (ισχυει και) συνεχης ενεστως ή (και) μελλων.
  *μπουφος
**αετος
   ολοφανερη διαφορα !










Παρασκευή 21 Αυγούστου 2020

επικοινωνιακη προεργασια...και τα μασαλια* πανε συννεφο...τι να λεμε τωρα ? (!)

 








 

ειναι πολυ δυσκολο
να πετυχεις, με την πρωτη, να επικοινωνησεις
ειτε με εναν ειτε με λιγους ειτε με πολλους
οταν το επικοινωνουμενο ειναι "βαρυ"
ή ο επικοινωνιακος στοχος ειναι "τραχυς"
ποσο μαλλον οταν συμβαινουν και τα δυο

απαιτειται επικοινωνιακη προεργασια
σχετικη με την επεξεργασια του στοχου
το δουλεμα/"δουλεμα" δηλαδη (και κυριολεκτικα και μεταφορικα)
του υποψηφιου αποδεκτη του επικοινωνουμενου

οταν το επικοινωνουμενο ειναι "βατο"
ή ο επικοινωνιακος στοχος "λειος"
ακομη και μια απλη (δια)σπορα
μπορει να επιτυχει, πιθανον και με την πρωτη, το ζητουμενο

αν, σε καθε αλλη περιπτωση συσχετισμου
των σε εισαγωγικα πιο πανω επιθετων λεξεων/εννοιων,
δεν προσαρμοσθουν, αναλογα, τα υποκειμενα
τοτε η αστοχια ειναι σιγουρη
και το αποτελεσμα, αναμφιβολα, μη επιθυμητο

σε ολες ομως τις περιπτωσεις
απαιτειται να δοθει σημασια στο παραμικρο
γιατι οταν πατηθει το enter
κανενα πραγμα
δεν μπορει να κανει κατι αλλο
απο αυτο που ειναι προγραμματισμενο να κανει

...και τοτε
πολλα θα ειναι ή δεν θα ειναι μασαλια* (ο τονος στο -σα)

...και μονο ενας απο μηχανης θεος
μπορει να (περι)σωσει την κατασταση

...τις, συντριπτικα, πιο πολλες φορες, ομως, με το αζημειωτο
αν και θεος!

------------------------
σου ξαναλεω:
αλλο βλακας και αλλο βλακεια
πως να το κανουμε !
---------------------------------

αλλη μια φορα ακομη που η Αργυρω εχει ΑΠΟΛΥΤΟ δικαιο
ο Τακης δεν κανει γι αυτην την δουλεια !

*μασαλια (ο τονος στο -σα) = "παραμυθια", ψευτικες διαδοσεις
  με σκοπο την (εστω και για πλακα) παραπλανηση, το "δουλεμα"
  (οπως το ακουγα οταν ημουν μικρος).